Σελ. 3 από 137 ΠρώτηΠρώτη 1234581323 ... ΤελευταίαΤελευταία
Εμφάνιση 31-45 από 2045
  1. #31
    Το avatar του μέλους nikoslikos
    nikoslikos Guest
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από Rebel Scum Εμφάνιση μηνυμάτων
    Θα πρέπει να γίνεις πιο συγκεκριμένος.


    Ποιος συγκεκριμένα; Γιατί ποτέ ακόμα και σε κακές εταιρείες δεν έχω συναντήσει αυτά που έχω συναντήσει στο Δημόσιο.

    Και φυσικά δεν λέω ότι οι ιδιωτικές εταιρείες λειτουργούν υποδειγματικά αλλά σε καμία περίπτωση το αίσχος του ελληνικού δημοσίου. Και συνήθως μιλάμε για εταιρείες με έλλειψη ανταγωνισμού...εκεί πάμε στα προβλήματα των καρτέλ κτλ.
    ΜΕΡΟΣ Ε’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ


    ΠΡΟΣΟΧΗ με το spoiler

    Spoiler:
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
    ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

    ΣΧΕΔΙΟ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
    Αθήνα, 22 Μαρτίου 2006
    ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
    ------------------------------------


    ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.


    ΜΕΡΟΣ Ε’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
    ΤΜΗΜΑ Α’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΕΣ
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
    Άρθρο 106
    Ορισμός πειθαρχικού παραπτώματος

    1. Πειθαρχικό παράπτωμα αποτελεί κάθε παράβαση υπαλληλικού καθήκοντος που συντελείται με υπαίτια πράξη ή παράλειψη και μπορεί να καταλογισθεί στον υπάλληλο
    2. Το υπαλληλικό καθήκον προσδιορίζεται τόσο από τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν στον υπάλληλο οι κείμενες διατάξεις, οι εντολές και οδηγίες όσο και από τη συμπεριφορά που πρέπει να τηρεί ο υπάλληλος και εκτός της υπηρεσίας ώστε να μη θίγεται το κύρος αυτής
    3. Το υπαλληλικό καθήκον, κατά την προηγούμενη παράγραφο, σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλει στον υπάλληλο πράξη ή παράλειψη που να αντίκειται προδήλως στις διατάξεις του Συντάγματος και των νόμων.

    Άρθρο 107
    Πειθαρχικά παραπτώματα

    1. Πειθαρχικά παραπτώματα αποτελούν ιδίως:
    α) πράξεις με τις οποίες εκδηλώνεται άρνηση αναγνώρισης του Συντάγματος ή έλλειψη αφοσίωσης στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία
    β) η παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους
    γ) η παράβαση της αρχής της αμεροληψίας
    δ) η αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των καθηκόντων
    ε) η άρνηση ή παρέλκυση εκτέλεσης υπηρεσίας
    στ) η αμέλεια, καθώς και η ατελής ή μη έγκαιρη εκπλήρωση του καθήκοντος.
    ζ) η παράβαση της υποχρέωσης εχεμύθειας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 26 του παρόντος.
    η) η άσκηση κριτικής των πράξεων της προϊστάμενης αρχής που γίνεται δημοσίως, γραπτώς ή προφορικώς, με σκόπιμη χρήση εν γνώσει των εκδήλως ανακριβών στοιχείων ή με χαρακτηριστικά απρεπείς εκφράσεις
    θ) η άσκηση εργασίας ή έργου με αμοιβή χωρίς προηγούμενη άδεια της υπηρεσίας
    ι) η αδικαιολόγητη άρνηση προσέλευσης για ιατρική εξέταση
    ια) η αδικαιολόγητη μη έγκαιρη σύνταξη ή η σύνταξη μεροληπτικής έκθεσης αξιολόγησης
    ιβ) η ανάρμοστη συμπεριφορά προς τους πολίτες, η αδικαιολόγητη μη εξυπηρέτησή τους και η μη έγκαιρη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους
    ιγ) η αδικαιολόγητη μη έγκαιρη απάντηση σε αναφορές πολιτών
    ιδ) η αδικαιολόγητη προτίμηση νεότερων υποθέσεων με παραμέληση παλαιότερων
    ιε) η άμεση ή μέσω τρίτου προσώπου συμμετοχή σε δημοπρασία την οποία διενεργεί επιτροπή, μέλος της οποίας είναι ο υπάλληλος ή η αρχή στην οποία αυτός ανήκει
    ιστ) η χρησιμοποίηση της δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας ή πληροφοριών που κατέχει ο υπάλληλος λόγω της υπηρεσίας ή της θέσης του, για εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων του ίδιου ή τρίτων προσώπων
    ιζ) η αποδοχή οποιασδήποτε υλικής εύνοιας ή ανταλλάγματος για τον χειρισμό υπόθεσης από τον υπάλληλο κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
    ιη) η χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων για την απόκτηση υπηρεσιακής εύνοιας ή την πρόκληση ή ματαίωση διαταγής της υπηρεσίας
    ιθ) η σύναψη στενών κοινωνικών σχέσεων με πρόσωπα των οποίων ουσιώδη συμφέροντα εξαρτώνται από τον τρόπο αντιμετώπισης θεμάτων της αρμοδιότητας του υπαλλήλου.
    κ) η φθορά λόγω ασυνήθιστης χρήσης, η εγκατάλειψη ή η παράνομη χρήση πράγματος το οποίο ανήκει στην υπηρεσία.
    κα) η παράλειψη δίωξης και τιμωρίας πειθαρχικού παραπτώματος, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 110 του παρόντος.
    κβ) η άρνηση παροχής πληροφόρησης στους πολίτες.
    κγ) η άρνηση σύμπραξης, συνεργασίας και χορήγησης στοιχείων ή εγγράφων κατά τη διεξαγωγή έρευνας, επιθεώρησης ή ελέγχου από το Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και τα ιδιαίτερα Σώματα και Υπηρεσίες Επιθεώρησης και Ελέγχου.
    2. Διατάξεις που ορίζουν ειδικά πειθαρχικά παραπτώματα διατηρούνται σε ισχύ.

    Άρθρο 108
    Εφαρμογή κανόνων και αρχών του ποινικού δικαίου

    1. Κανόνες και αρχές του ποινικού δικαίου και της ποινικής δικονομίας εφαρμόζονται ανάλογα και στο πειθαρχικό δίκαιο, εφόσον δεν αντίκεινται στις ρυθμίσεις του παρόντος και συνάδουν με τη φύση και το σκοπό της πειθαρχικής διαδικασίας
    2. Εφαρμόζονται ιδίως οι κανόνες και οι αρχές που αφορούν:
    α) τους λόγους αποκλεισμού της υπαιτιότητας και της ικανότητας προς καταλογισμό
    β) τις ελαφρυντικές ή επιβαρυντικές περιστάσεις για την επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής
    γ) την έμπρακτη μετάνοια
    δ) το δικαίωμα σιγής του πειθαρχικώς διωκομένου
    ε) την πραγματική και νομική πλάνη
    στ) το τεκμήριο της αθωότητας του πειθαρχικώς διωκομένου
    ζ) την επιείκεια υπέρ του πειθαρχικώς διωκομένου
    η) την προστασία των δικαιολογημένων συμφερόντων ως λόγο που αίρει τον πειθαρχικό χαρακτήρα δυσμενών κρίσεων, εκφράσεων και εκδηλώσεων, εκτός εάν συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα της χαρακτηριστικώς ανάρμοστης συμπεριφοράς.


    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ
    Άρθρο 109
    Πειθαρχικές ποινές

    1. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται στους υπαλλήλους είναι:
    α) η έγγραφη επίπληξη
    β) το πρόστιμο έως τις αποδοχές τριών (3) μηνών
    γ) η στέρηση του δικαιώματος για προαγωγή από ένα (1) έως πέντε (5) έτη
    δ) ο υποβιβασμός κατά ένα βαθμό
    ε) η προσωπική παύση από τρεις (3) έως έξι (6) μήνες με πλήρη στέρηση των αποδοχών και
    στ) η οριστική παύση
    2. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί μόνο για τα ακόλουθα παραπτώματα:
    α) της παράβασης του άρθρου 107 παρ.1(α) του παρόντος.
    β) της παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς νόμους,
    γ) αποδοχή οποιασδήποτε υλικής εύνοιας ή ανταλλάγματος για τον χειρισμό υπόθεσης από υπάλληλο κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
    δ) χαρακτηριστικώς αναξιοπρεπή ή ανάξια για υπάλληλο διαγωγή εντός ή εκτός υπηρεσίας
    ε) παραβίαση απορρήτων της υπηρεσίας κατά τις κείμενες διατάξεις
    στ) αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων πάνω από είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες συνεχώς ή πάνω από τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες σε διάστημα ενός (1) έτους
    ζ) εξαιρετικώς σοβαρή απείθεια
    η) άμεση ή μέσω τρίτου προσώπου συμμετοχή σε δημοπρασία την οποία διενεργεί η αρχή στην οποία αυτός ανήκει ή επιτροπή, μέλος της οποίας είναι αυτός
    θ) εμμονή σε άρνηση προσέλευσης για εξέταση από υγειονομική επιτροπή σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 56 του παρόντος.
    3. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο για οποιοδήποτε παράπτωμα αν: α) κατά την προηγούμενη της διάπραξής του διετία του είχαν επιβληθεί τρεις (3) τουλάχιστον πειθαρχικές ποινές ανώτερες του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός ή β) κατά το προηγούμενο της διάπραξής του έτος είχε τιμωρηθεί για το ίδιο αδίκημα με ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
    ΔΙΩΞΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΩΝ

    Άρθρο 110
    Δίωξη πειθαρχικών παραπτωμάτων

    1. Η δίωξη και η τιμωρία πειθαρχικών παραπτωμάτων αποτελεί καθήκον των πειθαρχικών οργάνων. Η παράβαση του καθήκοντος αυτού συνιστά το κατά την περ. κα’ της παρ.1 του άρθρου 107 του παρόντος πειθαρχικό παράπτωμα.
    2. Κατ’ εξαίρεση, για παραπτώματα που θα επέσυραν την ποινή της έγγραφης επίπληξης, η δίωξη απόκειται στη διακριτική εξουσία των πειθαρχικών οργάνων, τα οποία λαμβάνουν υπόψη αφενός το συμφέρον της υπηρεσίας και αφετέρου τις συνθήκες διάπραξής τους και την υπηρεσιακή γενικώς διαγωγή του υπαλλήλου. Αν το πειθαρχικό όργανο αποφασίσει να μην ασκήσει δίωξη, υποχρεούται να ενημερώσει, με αιτιολογημένη έκθεσή του, τον αμέσως ανώτερο πειθαρχικώς προϊστάμενο.
    3. Δεν επιτρέπεται δεύτερη δίωξη για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα
    4. Η βαθμολογική ή η μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου δεν αίρει το πειθαρχικώς κολάσιμο παραπτώματος που διαπράχτηκε πριν από την εξέλιξη αυτή.
    5. Πράξεις που έχουν τελεστεί από υπάλληλο κατά τη διάρκεια προγενέστερης υπηρεσίας του σε δημόσια υπηρεσία, οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλο νομικό πρόσωπο του δημοσίου τομέα τιμωρούνται πειθαρχικά, εάν υπάγονται σε μία από τις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 109 του παρόντος και δεν έχει παρέλθει ο χρόνος παραγραφής τους.

    Άρθρο 111
    Σχέση πειθαρχικού παραπτώματος και ποινής

    1. Για κάθε πειθαρχικό παράπτωμα επιβάλλεται μία μόνο πειθαρχική ποινή. Σε κάθε υπάλληλο με την ίδια πειθαρχική απόφαση επιβάλλεται μία μόνο ποινή.
    2. Αν το πειθαρχικό όργανο επιλαμβάνεται για περισσότερα πειθαρχικά παραπτώματα, με την πειθαρχική απόφαση επιβάλλεται μία μόνο ποινή σε κάθε υπάλληλο. Κατά την επιμέτρηση της ποινής αυτής λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός και η βαρύτητα όλων των παραπτωμάτων.
    3. Κατά την επιμέτρηση των πειθαρχικών ποινών λαμβάνονται υπόψη οι κανόνες και οι αρχές των περιπτώσεων β’, γ’, ε’, ζ’ και η’ της παρ.2 του άρθρου 108 του παρόντος. Η υποτροπή αποτελεί ιδιαιτέρως επιβαρυντική περίπτωση για την επιμέτρηση της ποινής.


    Άρθρο 112
    Παραγραφή πειθαρχικών παραπτωμάτων

    1. Τα πειθαρχικά παραπτώματα παραγράφονται μετά δύο (2) έτη από την ημέρα που διαπράχτηκαν. Τα πειθαρχικά παραπτώματα της παρ. 2 του άρθρου 108 του παρόντος παραγράφονται μετά πέντε (5) έτη.
    2. Πειθαρχικό παράπτωμα το οποίο αποτελεί και ποινικό αδίκημα, δεν παραγράφεται πριν παραγραφεί το ποινικό αδίκημα. Για τα παραπτώματα αυτά οι πράξεις της ποινικής διαδικασίας διακόπτουν την παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος.
    3. Η κλήση σε απολογία ή η παραπομπή στο υπηρεσιακό συμβούλιο διακόπτουν την παραγραφή. Στις περιπτώσεις αυτές ο συνολικός χρόνος παραγραφής ως την έκδοση της πρωτοβάθμιας πειθαρχικής απόφασης δεν μπορεί να υπερβεί τα τρία (3) έτη και προκειμένου για τα παραπτώματα της παρ. 2 του άρθρου 109 του παρόντος, τα επτά (7) έτη.
    4. Η παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος διακόπτεται επίσης από την τέλεση νέου πειθαρχικού παραπτώματος, το οποίο αποσκοπεί στην απόκρυψη ή την παρεμπόδιση της πειθαρχικής δίωξης του πρώτου. Στην περίπτωση αυτή το πρώτο παράπτωμα παραγράφεται όταν παραγραφεί το δεύτερο, εφόσον η παραγραφή του δεύτερου συντελείται σε χρόνο μεταγενέστερο της παραγραφής του πρώτου.
    5. Δεν παραγράφεται το πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο εκδόθηκε πειθαρχική απόφαση που επιβάλλει πειθαρχική ποινή σε πρώτο βαθμό.

    Άρθρο 113
    Λήξη πειθαρχικής ευθύνης

    Ο υπάλληλος ο οποίος απώλεσε την υπαλληλική ιδιότητα με οποιονδήποτε τρόπο δε διώκεται πειθαρχικώς, η πειθαρχική όμως διαδικασία, η οποία τυχόν έχει αρχίσει, συνεχίζεται και μετά τη λύση της υπαλληλικής σχέσης με εξαίρεση την περίπτωση του θανάτου. Η τυχόν καταδικαστική απόφαση που εκδίδεται στην περίπτωση αυτή παραμένει ανεκτέλεστη.

    Άρθρο 114
    Σχέση της πειθαρχικής διαδικασίας με την ποινική δίκη

    1. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από την ποινική ή άλλη δίκη
    2. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχική διαδικασία. Το πειθαρχικό όργανο όμως μπορεί με απόφασή του, η οποία είναι ελευθέρως ανακλητή, να διατάξει, για εξαιρετικούς λόγους, την αναστολή της πειθαρχικής διαδικασίας, η οποία δεν πρέπει να υπερβαίνει το ένα (1) έτος. Αναστολή δεν επιτρέπεται σε περίπτωση που το πειθαρχικό παράπτωμα προκάλεσε δημόσιο σκάνδαλο ή θίγει σοβαρά το κύρος της υπηρεσίας.
    3. Το πειθαρχικό όργανο δεσμεύεται από την κρίση που περιέχεται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, μόνο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος.
    4. Αν μετά την έκδοση πειθαρχικής απόφασης με την οποία απαλλάσσεται ο υπάλληλος ή επιβάλλεται ποινή κατώτερη από την οριστική παύση, εκδοθεί αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου με την οποία διαπιστώνονται πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση παραπτώματος, το οποίο δικαιολογεί κατά το άρθρο 109 παρ.2 την πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, η πειθαρχική διαδικασία επαναλαμβάνεται με τη διαδικασία του άρθρου 143 του παρόντος. Επίσης επαναλαμβάνεται η πειθαρχική διαδικασία, αν μετά την έκδοση καταδικαστικής πειθαρχικής απόφασης, με την οποία επιβάλλεται οποιαδήποτε ποινή, εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική ποινική απόφαση ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα για την πράξη ή την παράλειψη, για την οποία διώχτηκε πειθαρχικά ο υπάλληλος.
    5. Η επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας επιτρέπεται και όταν έχει εκδοθεί καταδικαστική πειθαρχική απόφαση, χωρίς να έχει ληφθεί υπόψη καταδικαστική ποινική απόφαση που προηγήθηκε
    6. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών έχει υποχρέωση να ανακοινώνει αμέσως στην προϊσταμένη αρχή του υπαλλήλου και στο Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης κάθε ποινική δίωξη που ασκείται κατ’ αυτού. Στην ίδια αρχή ανακοινώνεται επίσης από τον αρμόδιο εισαγγελέα η απόφαση ή το βούλευμα με το οποίο τερματίζεται η δίωξη. Σε περίπτωση εγκλεισμού σε σωφρονιστικό κατάστημα, ο διευθυντής φυλακών γνωστοποιεί, τούτο χωρίς καθυστέρηση, στην προϊσταμένη αρχή του υπαλλήλου.

    Άρθρο 115
    Αυτοτέλεια κολασίμου του πειθαρχικού παραπτώματος

    1. Σε περίπτωση αποκατάστασης, απονομής χάριτος ή άρσης με οποιονδήποτε άλλο τρόπο του κολασίμου ή μεταβολής των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν αίρεται το πειθαρχικώς κολάσιμο της πράξης.
    2. Σε περίπτωση άρσης των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, κατά το άρθρο 47 του Συντάγματος, αίρεται και το πειθαρχικώς κολάσιμο της πράξης.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ
    Άρθρο 116
    Πειθαρχικά όργανα
    Πειθαρχική εξουσία στους υπαλλήλους ασκούν: α) οι πειθαρχικώς προϊστάμενοί τους, β) το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για τους υπαλλήλους του νομικού προσώπου, γ) το υπηρεσιακό συμβούλιο του οικείου φορέα, δ) το υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης για τις περιπτώσεις της παρ. 4 του άρθρου 117 του παρόντος, ε) το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο και, στ) το Συμβούλιο της Επικρατείας, το Διοικητικό Εφετείο και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης.

    Άρθρο 117
    Πειθαρχικώς προϊστάμενοι

    1. Πειθαρχικώς προϊστάμενοι των υπαλλήλων των κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών που ανήκουν στην αρμοδιότητά τους είναι :
    α) Ο υπουργός
    β) Ο γενικός γραμματέας Υπουργείου ή Γενικής Γραμματείας.
    γ) Ο γενικός γραμματέας αυτοτελούς υπηρεσίας .
    δ) Ο γενικός γραμματέας περιφέρειας .
    ε) Ο ειδικός γραμματέας .
    στ) Ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης .
    ζ) Ο προϊστάμενος διεύθυνσης .

    2. Επίσης πειθαρχικώς προϊστάμενοι είναι:
    α) Ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και οι αρχηγοί του στρατού, του ναυτικού και της αεροπορίας, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος για τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    β) Οι διοικητές μονάδων και σχολών των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος για τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    γ) Οι διευθυντές καταστημάτων ή οι προϊστάμενοι υπηρεσιών εφόσον είναι ανώτατοι ή ανώτεροι αξιωματικοί, για τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς.
    δ) Ο διοικητής του Αγίου Όρους για όλους τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται στην αρμοδιότητά του .
    ε) Ο πρόεδρος ή ο επικεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής για τους υπαλλήλους της.
    3. Πειθαρχικώς προϊστάμενοι για τους υπαλλήλους νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου είναι:
    α) Ο διοικητής, ή ο πρόεδρος του συλλογικού οργάνου, ο οποίος ασκεί διοίκηση, ο υποδιοικητής, ο γενικός γραμματέας ή ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας, για όλους τους υπαλλήλους του νομικού προσώπου .
    β) Ο πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών για τους υπαλλήλους της .
    γ) Ο πρύτανης Α.Ε.Ι. για του όλους τους υπαλλήλους Ιδρύματος, ο κοσμήτορας σχολής, ο πρόεδρος τμήματος και ο διευθυντής τομέα για τους υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    δ) Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος Τ.Ε.Ι., για όλους τους υπαλλήλους του Ιδρύματος, ο διευθυντής παραρτήματος Τ.Ε.Ι. για όλους τους υπαλλήλους του παραρτήματος, ο διευθυντής σχολής και ο προϊστάμενος τμήματος για τους υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    ε) Ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης ή ο προϊστάμενος διεύθυνσης για τους υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    4. Πειθαρχική εξουσία δύναται να ασκεί και ο υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης:
    α) στους υπαλλήλους του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου για ανάρμοστη συμπεριφορά προς τους πολίτες, αδικαιολόγητη μη εξυπηρέτησή τους, μη έγκαιρη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους και άρνηση συνεργασίας με τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ).
    β) στους υπαλλήλους των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα.



    Άρθρο 118
    Αρμοδιότητα πειθαρχικώς προϊσταμένων
    1. Όλοι οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι μπορούν να επιβάλλουν την ποινή της έγγραφης επίπληξης. Την ποινή του προστίμου μπορούν να επιβάλλουν οι εξής με τις πιο κάτω διακρίσεις:
    α) Ο υπουργός έως και τις αποδοχές ενός (1) μηνός.
    β) Ο γενικός γραμματέας Υπουργείου ή Γενικής Γραμματείας ή αυτοτελούς υπηρεσίας, ο γενικός γραμματέας περιφέρειας, ο ειδικός γραμματέας και ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και οι αρχηγοί του στρατού ξηράς, του ναυτικού και της αεροπορίας, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος έως και τα δύο τρίτα των μηνιαίων αποδοχών.
    γ) Οι διοικητές μονάδων και σχολών των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος, οι διευθυντές καταστημάτων και οι προϊστάμενοι στρατιωτικών υπηρεσιών ή υπηρεσιών των σωμάτων ασφαλείας ή του λιμενικού σώματος αν είναι ανώτατοι αξιωματικοί έως το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών και αν είναι ανώτεροι έως και το ένα τρίτο των μηνιαίων αποδοχών.
    δ) Ο διοικητής του Αγίου Όρους, ο πρόεδρος ή ο επικεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, ο διοικητής ή ο πρόεδρος συλλογικού οργάνου, ο οποίος ασκεί διοίκηση, ο υποδιοικητής, ο γενικός γραμματέας ή ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας νομικού προσώπου έως και το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών.
    ε) Ο πρύτανης Α.Ε.Ι και ο πρόεδρος Τ.Ε.Ι. έως και τα δύο τρίτα των μηνιαίων αποδοχών. Ο κοσμήτορας σχολής, ο πρόεδρος τμήματος και ο διευθυντής τομέα Α.Ε.Ι., ο αντιπρόεδρος Τ.Ε.Ι., ο διευθυντής παραρτήματος Τ.Ε.Ι., έως και το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών, ο διευθυντής σχολής Τ.Ε.Ι. και ο προϊστάμενος τμήματος Τ.Ε.Ι. έως και το ένα τέταρτο των μηνιαίων αποδοχών.
    στ) Ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης έως και το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών.
    ζ) Ο προϊστάμενος διεύθυνσης έως και το ένα έκτο των μηνιαίων αποδοχών.
    2. Η αρμοδιότητα των πειθαρχικώς προϊσταμένων είναι αμεταβίβαστη, εκτός εάν από διάταξη νόμου προβλέπεται διαφορετικά.
    3. Αρμόδιος πειθαρχικώς προϊστάμενος είναι εκείνος στον οποίο υπάγεται οργανικά ο υπάλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117.
    4. Οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι και το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου επιλαμβάνονται αυτεπαγγέλτως .
    5. Αν έχουν επιληφθεί αρμοδίως περισσότεροι πειθαρχικώς προϊστάμενοι, η πειθαρχική διαδικασία συνεχίζεται μόνο από εκείνον που κάλεσε πρώτος σε απολογία τον υπάλληλο. Ο ανώτερος πειθαρχικώς προϊστάμενος ή το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου έχουν, σε κάθε περίπτωση, δικαίωμα να ζητήσουν την παραπομπή σ΄ αυτούς της πειθαρχικής υπόθεσης, εφόσον δεν έχει εκδοθεί πειθαρχική απόφαση. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117 του παρόντος ο υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης νοείται ως ανώτερος πειθαρχικώς προϊστάμενος.
    6. Αν ο πειθαρχικώς προϊστάμενος, ο οποίος έχει επιληφθεί, κρίνει ότι το παράπτωμα επισύρει ποινή ανώτερη της αρμοδιότητάς του, παραπέμπει την υπόθεση σε οποιονδήποτε ανώτερο αυτού πειθαρχικώς προϊστάμενο μέχρι και τον υπουργό ή και το διοικητικό συμβούλιο του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, αν πρόκειται για υπάλληλο του νομικού προσώπου. Αν και ο υπουργός ή το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κρίνει ότι η προσήκουσα ποινή είναι ανώτερη και της δικής τους αρμοδιότητας, παραπέμπει το θέμα στο υπηρεσιακό συμβούλιο.
    Στην περίπτωση της παρ. 4 του άρθρου 117 του παρόντος η παραπομπή γίνεται στο υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

    Άρθρο 119
    Αρμοδιότητα διοικητικών συμβουλίων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου
    Τα διοικητικά συμβούλια νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δύνανται να επιβάλλουν τις ποινές της έγγραφης επίπληξης και του προστίμου έως και τις αποδοχές ενός (1) μηνός.

    Άρθρο 120
    Αρμοδιότητα υπηρεσιακών συμβουλίων

    1. Τα υπηρεσιακά συμβούλια δύνανται να επιβάλλουν οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή. Τα υπηρεσιακά συμβούλια κρίνουν σε πρώτο βαθμό μετά από παραπομπή της υπόθεσης σε αυτά και σε δεύτερο βαθμό μετά από άσκηση ένστασης κατά αποφάσεων πειθαρχικώς προϊσταμένων.
    Το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο αποφαίνεται σε δεύτερο βαθμό ύστερα από ένσταση κατά αποφάσεων των υπηρεσιακών συμβουλίων και σε πρώτο βαθμό για την εκδίκαση του παραπτώματος της παρ. 2 του άρθρου 123 του παρόντος.
    2. Αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο είναι το συμβούλιο της υπηρεσίας στην οποία υπάγεται οργανικά ο υπάλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117 του παρόντος προκειμένου για υπάλληλο ο οποίος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος υπηρετεί με οποιαδήποτε υπηρεσιακή σχέση ή κατάσταση σε άλλη υπηρεσία. Αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο είναι το συμβούλιο της υπηρεσίας στην οποία υπηρετεί εφόσον το πειθαρχικό παράπτωμα σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων του στην υπηρεσία αυτή.
    3. Συγκρούσεις αρμοδιότητας μεταξύ περισσοτέρων υπηρεσιακών συμβουλίων για την κρίση του ίδιου παραπτώματος αίρονται από τον πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Οι καταφατικές συγκρούσεις αίρονται, εφόσον δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση ενός τουλάχιστον από τα συμβούλια που έχουν επιληφθεί. Οι αποφατικές συγκρούσεις αίρονται, εφόσον οι αποφάσεις δύο τουλάχιστον συμβουλίων που έχουν κηρυχθεί αναρμόδια, είναι τελεσίδικες. Για την άρση απαιτείται αίτηση της υπηρεσίας ή του υπαλλήλου. Αν πρόκειται για καταφατική σύγκρουση, την άρση μπορεί να τη ζητήσει και ο πρόεδρος ενός από τα υπηρεσιακά συμβούλια που έχουν επιληφθεί.

    Άρθρο 121
    Προσφυγές

    1. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας έχουν οι μόνιμοι υπάλληλοι κατά των αποφάσεων του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου που επιβάλλει τις πειθαρχικές ποινές του υποβιβασμού ή της οριστικής παύσης.
    2. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου έχουν οι μόνιμοι υπάλληλοι κατά:
    α) των πειθαρχικών αποφάσεων του υπουργού, του Διοικητή του Αγίου ΄Ορους, του προέδρου ή του επικεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, καθώς και του διοικητή ή του προέδρου συλλογικού οργάνου, ο οποίος ασκεί τη διοίκηση νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου,
    β) των αποφάσεων του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου που επιβάλλουν οποιαδήποτε ποινή του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός και άνω, της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή και της προσωρινής παύσης.
    γ) των αποφάσεων των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του παρόντος.
    3. Η προθεσμία και η άσκηση της προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Διοικητικού Εφετείου διέπονται από τις κείμενες διατάξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων της επόμενης παραγράφου.
    4. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης, με εξαίρεση τις πειθαρχικές αποφάσεις που επιβάλλουν την ποινή της προσωρινής ή οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού. Το Συμβούλιο της Επικρατείας ή το Διοικητικό Εφετείο δύνανται με απόφασή τους να αναστείλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης, εφόσον πιθανολογείται ανεπανόρθωτη βλάβη του προσφεύγοντα ή ευδοκίμηση της προσφυγής, εκτός εάν λόγοι δημοσίου συμφέροντος αποκλείουν τη χορήγηση αναστολής. Στην περίπτωση χορήγησης αναστολής, η εκδίκαση της προσφυγής γίνεται μέσα σε προθεσμία οκτώ (8) μηνών από τη χορήγησή της, άλλως η χορηγηθείσα αναστολή εκτέλεσης της πειθαρχικής απόφασης παύει να ισχύει.
    5. Στην περίπτωση κατά την οποία έχει ασκηθεί προσφυγή κατά αποφάσεως η οποία επιβάλλει την ποινή της προσωρινής ή οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού, η εκδίκαση της προσφυγής γίνεται μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την άσκησή της, άλλως η πειθαρχική απόφαση εκτελείται από την οικεία υπηρεσία ή το Ν.Π.Δ.Δ., κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 144 του παρόντος.
    6. Το Συμβούλιο της Επικρατείας ή το Διοικητικό Εφετείο, όταν κρίνουν μετά από προσφυγή, δεν δύνανται να χειροτερεύουν τη θέση του υπαλλήλου.

    Άρθρο 122
    Ενιαία κρίση πειθαρχικών παραπτωμάτων

    1. Περισσότερα του ενός πειθαρχικά παραπτώματα του ίδιου υπαλλήλου είναι δυνατόν, κατά την κρίση του πειθαρχικού οργάνου, να κρίνονται ενιαίως, εφόσον σχετίζονται με καθήκοντα υπηρεσιών του ίδιου υπουργείου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.
    2. Περισσότεροι υπάλληλοι που διώκονται για το ίδιο ή για συναφή πειθαρχικά παραπτώματα, είναι δυνατόν να κρίνονται ενιαίως, εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση της προηγούμενης παραγράφου.
    3. Αν στις περιπτώσεις των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου τα πειθαρχικά όργανα που είναι αρμόδια να επιληφθούν είναι διαφορετικά, αρμόδιο για την κρίση όργανο είναι :
    α) μεταξύ περισσότερων πειθαρχικών προϊσταμένων ο ιεραρχικώς ανώτερος, και σε περίπτωση προϊσταμένων του αυτού ιεραρχικού επιπέδου, εκείνος που έχει επιληφθεί πρώτος,
    β) μεταξύ περισσότερων υπηρεσιακών συμβουλίων, εκείνο που έχει επιληφθεί πρώτο και
    γ) μεταξύ πειθαρχικού προϊσταμένου, διοικητικού συμβουλίου των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και υπηρεσιακού συμβουλίου, το τελευταίο.

    ΤΜΗΜΑ Β’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
    ΑΣΚΗΣΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΩΞΗΣ
    Άρθρο 123
    Άσκηση πειθαρχικής δίωξης

    1. Η πειθαρχική δίωξη αρχίζει είτε με την κλήση του υπαλλήλου σε απολογία από το μονομελές πειθαρχικό όργανο είτε με την παραπομπή του στο υπηρεσιακό συμβούλιο. Η πειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται εντός τριμήνου από την κλήση σε απολογία είτε με την έκδοση πειθαρχικής απόφασης μονομελούς οργάνου είτε με παραπομπή ενώπιον υπηρεσιακού συμβουλίου. Σε περίπτωση παραπομπής ενώπιον του υπηρεσιακού συμβουλίου ολοκληρώνεται εντός εξαμήνου από την παραπομπή.
    2. Η υπαίτια παράβαση της διάταξης του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα. Το παράπτωμα αυτό, για τα μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου, εκδικάζεται μετά από παραπομπή ενώπιον του δευτεροβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου.



    Άρθρο 124
    Παραπομπή στο υπηρεσιακό συμβούλιο

    1. Αν ο υπουργός κρίνει ότι το πειθαρχικό παράπτωμα τιμωρείται με ποινή μεγαλύτερη της αρμοδιότητάς του, παραπέμπει την υπόθεση στο υπηρεσιακό συμβούλιο. Για τους υπαλλήλους νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου η πειθαρχική υπόθεση παραπέμπεται για τον ίδιο λόγο στο υπηρεσιακό συμβούλιο από το διοικητικό συμβούλιο του νομικού προσώπου. Η παραπομπή είναι υποχρεωτική όταν υπάρχει αιτιολογημένη πρόταση αρμόδιας υπηρεσίας.
    2. Ο υπουργός ή ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας όταν λάβει γνώση πειθαρχικού παραπτώματος που τελέσθηκε από υπάλληλο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, το οποίο εποπτεύεται από αυτόν, παραπέμπει την υπόθεση ενώπιον του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου για την άσκηση του πειθαρχικού ελέγχου.
    3. Δεν επιτρέπεται παραπομπή στο υπηρεσιακό συμβούλιο μετά την έκδοση οριστικής απόφασης για το ίδιο παράπτωμα από οποιοδήποτε πειθαρχικό όργανο.

    Άρθρο 125
    Διαδικασία και συνέπειες παραπομπής
    1. Στο έγγραφο, με το οποίο η υπόθεση παραπέμπεται στο υπηρεσιακό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 124 του παρόντος, πρέπει να προσδιορίζονται επακριβώς κατά τόπο και χρόνο τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα και ο διωκόμενος υπάλληλος.
    2. Το παραπεμπτήριο έγγραφο κοινοποιείται στο διωκόμενο υπάλληλο και αποστέλλεται με το φάκελο της υπόθεσης στο υπηρεσιακό συμβούλιο. Η παράλειψη κοινοποίησης του παραπεμπτηρίου εγγράφου συνεπάγεται ακυρότητα της πειθαρχικής διαδικασίας, εκτός αν ο διωκόμενος υπάλληλος έλαβε αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του με άλλον τρόπο, ή εμφανιστεί ενώπιον του υπηρεσιακού συμβουλίου χωρίς να προβάλλει καμμία αντίρρηση ως προς τη γνώση των στοιχείων του περιεχομένου του παραπεμπτηρίου. Άν κατά τη διαδικασία ανακύψουν ευθύνες και για άλλους υπαλλήλους που δεν περιλαμβάνονται στο παραπεμπτήριο έγγραφο, το συμβούλιο τους καλεί σε απολογία και συνεχίζει την περαιτέρω διαδικασία χωρίς κοινοποίηση του παραπεμπτηρίου. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να αποφασίζει τη συνεκδίκαση των παραπτωμάτων αυτών με τα παραπτώματα των περιλαμβανομένων στο παραπεμπτήριο.
    3. Η έκδοση του παραπεμπτηρίου εγγράφου καταργεί την εκκρεμή πειθαρχική διαδικασία ενώπιον άλλου πειθαρχικού οργάνου.
    4. Το παραπεμπτήριο έγγραφο δεν ανακαλείται.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
    ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ – ΕΝΟΡΚΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ –
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΑΝΑΚΡΙΣΗ
    Άρθρο 126
    Προκαταρκτική εξέταση
    1. Προκαταρκτική εξέταση είναι η άτυπη συλλογή και καταγραφή στοιχείων για να διαπιστωθεί η τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος και οι συνθήκες τέλεσής του.
    2. Προκαταρκτική εξέταση μπορεί να ενεργήσει κάθε πειθαρχικώς προϊστάμενος του υπαλλήλου.
    3. Αν αυτός που ενεργεί προκαταρκτική εξέταση κρίνει, με βάση τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί, ότι δεν συντρέχει περίπτωση πειθαρχικής δίωξης, περατώνει την εξέταση με αιτιολογημένη έκθεσή του. Στην περίπτωση αυτή δεν αποκλείεται η ενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από ανώτερο πειθαρχικώς προϊστάμενο. Αν, αντιθέτως, αυτός που ενεργεί προκαταρκτική εξέταση κρίνει ότι έχει διαπραχθεί πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο τιμωρείται με ποινή της αρμοδιότητάς του, καλεί τον υπάλληλο σε απολογία σύμφωνα με το άρθρο 135 του παρόντος. Αν κρίνει, είτε πριν από την κλήση του υπαλλήλου σε απολογία είτε μετά την απολογία του, ότι δικαιολογείται η επιβολή βαρύτερης ποινής, ενεργεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 118 του παρόντος. Αν, τέλος, κρίνει ότι το πειθαρχικό παράπτωμα χρειάζεται διερεύνηση, διατάσσει την ενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης.

    Άρθρο 127
    Ένορκη διοικητική εξέταση

    1. ΄Ενορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ) ενεργείται κάθε φορά που η υπηρεσία έχει σοβαρές υπόνοιες ή σαφείς ενδείξεις για τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος. Η εξέταση αυτή αποσκοπεί στη συλλογή στοιχείων για τη διαπίστωση της τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος και τον προσδιορισμό των προσώπων που τυχόν ευθύνονται, καθώς και στη διερεύνηση των συνθηκών κάτω από τις οποίες αυτό έχει τελεστεί. Η ένορκη διοικητική εξέταση δε συνιστά έναρξη πειθαρχικής δίωξης.
    2. Η ένορκη διοικητική εξέταση διατάσσεται από οποιονδήποτε πειθαρχικώς προϊστάμενο και ενεργείται από μόνιμο υπάλληλο με βαθμό τουλάχιστον Α’ του ίδιου υπουργείου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και σε καμία περίπτωση κατώτερου βαθμού εκείνου στον οποίο αποδίδεται η πράξη. Κατ’ εξαίρεση η ενέργεια της ένορκης διοικητικής εξέτασης μπορεί να ανατίθεται και σε μόνιμο δημόσιο υπάλληλο τουλάχιστον με βαθμό Α’ άλλου υπουργείου, ή προκειμένου για νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, του υπουργείου που το εποπτεύει, για τη διασφάλιση της αντικειμενικότητας της ένορκης διοικητικής εξέτασης ή εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι οι οποίοι παρατίθενται στην πράξη ανάθεσης.
    3. Κατά την εξέταση του υπαλλήλου, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 131 παρ. 3 και 133 του παρόντος.
    4. Η ένορκη διοικητική εξέταση ολοκληρώνεται με την υποβολή αιτιολογημένης έκθεσης του υπαλλήλου που την ενεργεί. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται, με όλα τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, στον πειθαρχικώς προϊστάμενο ο οποίος διέταξε τη διενέργεια της εξέτασης. Εφόσον με την έκθεση διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο υπάλληλο, ο πειθαρχικώς προϊστάμενος υποχρεούται να ασκήσει πειθαρχική δίωξη.
    5. Διατάξεις που προβλέπουν τη διενέργεια ένορκων διοικητικών εξετάσεων οποιασδήποτε μορφής από ειδικά όργανα δε θίγονται.
    6. Οι διατάξεις των παρ. 5, 6 και 7 του άρθρου 128, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 130 και 132 του παρόντος, εφαρμόζονται αναλόγως.

    Άρθρο 128
    Πειθαρχική ανάκριση

    1. Πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται υποχρεωτικά κατά τη διαδικασία ενώπιον του υπηρεσιακού συμβουλίου. Κατ΄ εξαίρεση δεν είναι υποχρεωτική η ανάκριση στις ακόλουθες περιπτώσεις :
    α) όταν τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος προκύπτουν από το φάκελο κατά τρόπο αναμφισβήτητο,
    β) όταν ο υπάλληλος ομολογεί με την απολογία του κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση ότι διέπραξε το πειθαρχικό παράπτωμα,
    γ) όταν ο υπάλληλος συλλαμβάνεται επ΄ αυτοφώρω κατά τη διάπραξη ποινικού αδικήματος που αποτελεί συγχρόνως και πειθαρχικό παράπτωμα,
    δ) όταν έχει προηγηθεί ανάκριση ή προανάκριση συμφώνως με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για ποινικό αδίκημα που αποτελεί και πειθαρχικό παράπτωμα,
    ε) όταν έχει διενεργηθεί, πριν την έκδοση του παραπεμπτηρίου εγγράφου ή της ένστασης, ΕΔΕ ή άλλη ένορκη εξέταση κατά την οποία διαπιστώθηκε διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο υπάλληλο. Το ίδιο ισχύει όταν η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος προκύπτει από έκθεση δικαστικού οργάνου ή άλλου ελεγκτικού οργάνου της διοίκησης.
    2. Η πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται από υπάλληλο που μπορεί να είναι και μέλος του Υπηρεσιακού Συμβουλίου τουλάχιστον ομοιόβαθμο του διωκομένου .
    3. Δεν ενεργούν πειθαρχική ανάκριση : α) τα πρόσωπα κατά των οποίων στρέφεται το πειθαρχικό παράπτωμα, β) οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι που έχουν εκδόσει την πειθαρχική απόφαση η οποία κρίνεται κατ΄ ένσταση, γ) τα πρόσωπα που έχουν ενεργήσει ένορκη διοικητική εξέταση και δ) τα πρόσωπα που έχουν ασκήσει την πειθαρχική δίωξη. Ο εγκαλούμενος δικαιούται μέσα σε τρεις ημέρες από την κλήση του για εξέταση να ζητήσει την εξαίρεση εκείνου που διεξάγει την ανάκριση με έγγραφη αίτηση. Στην αίτηση πρέπει να εκτίθενται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο οι λόγοι της εξαίρεσης και να αναφέρονται τα στοιχεία στα οποία θεμελιώνονται οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί. Για την αίτηση εξαίρεσης αποφασίζει το υπηρεσιακό συμβούλιο χωρίς τη συμμετοχή εκείνου, του οποίου ζητείται η εξαίρεση, που αναπληρώνεται νομίμως. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, οι ανακριτικές πράξεις που στο μεταξύ ενεργήθηκαν, είναι άκυρες και επαναλαμβάνονται εξ αρχής.
    4. Όποιος διεξάγει ανάκριση, δικαιούται να ενεργήσει ανακριτικές πράξεις και εκτός της έδρας του. Επίσης δικαιούται να ζητήσει την ενέργεια ανακριτικών πράξεων και εκτός της έδρας του από οποιαδήποτε διοικητική αρχή.
    5. Η πειθαρχική ανάκριση είναι μυστική.
    6. Η πειθαρχική ανάκριση μπορεί να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου υπαλλήλου εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία.
    7. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος ο οποίος ορίζεται από τον ενεργούντα την ανάκριση .

    Άρθρο 129
    Ανακριτικές πράξεις
    1. Ανακριτικές πράξεις είναι:
    α) η αυτοψία,
    β) η εξέταση μαρτύρων,
    γ) η πραγματογνωμοσύνη
    δ) η εξέταση του διωκομένου.
    2. Δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ανακριτικής πράξης θέμα που κατά το νόμο καλύπτεται α) από το απόρρητο της υπηρεσίας, εκτός
    αν συμφωνεί η αρμόδια αρχή ή β) από το κατά νόμο επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο.
    3. Για την ανακριτική πράξη συντάσσεται έκθεση που υπογράφεται από όσους συνέπραξαν. Αν κάποιος απ΄ αυτούς είναι αναλφάβητος ή αρνείται να υπογράψει ή βρίσκεται σε φυσική αδυναμία να υπογράψει, γίνεται σχετική μνεία στην έκθεση.

    Άρθρο 130
    Αυτοψία
    1. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 128 του παρόντος, η αυτοψία διενεργείται αυτοπροσώπως από εκείνον που διεξάγει την πειθαρχική ανάκριση με την παρουσία γραμματέα .
    2. Η αυτοψία δημόσιων εγγράφων ή εγγράφων ιδιωτικών που έχουν κατατεθεί σε δημόσια αρχή, ενεργείται στο γραφείο όπου φυλάσσονται.
    3. ΄Εγγραφα που κατέχονται από ιδιώτη, παραδίδονται στον ανακριτή και επιστρέφονται υποχρεωτικώς μετά το τέλος της πειθαρχικής διαδικασίας. Ο ανακριτής, ύστερα από αίτηση του ιδιώτη, υποχρεούται να χορηγεί ατελώς απόδειξη παραλαβής και επίσημο αντίγραφο των εγγράφων που παραλήφθηκαν. Κατ’ εξαίρεση η αυτοψία ιδιωτικών εγγράφων, τα οποία είναι απολύτως αναγκαία για τη διεκπεραίωση τρέχουσας υπόθεσης του κατόχου τους ή άλλου προσώπου, διενεργείται από τον ανακριτή στον τόπο όπου βρίσκονται.
    Άρθρο 131
    Μάρτυρες
    1. Οι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
    2. Η μη εμφάνιση ή η άρνηση κατάθεσης του μάρτυρα χωρίς εύλογη αιτία αποτελεί πλημμέλημα. Εύλογη αιτία θεωρείται και η συγγένεια του διωκόμενου με το μάρτυρα σε ευθεία γραμμή ή έως και τον δεύτερο βαθμό σε πλάγια γραμμή.
    3. Ο διωκόμενος δικαιούται κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής ανάκρισης και της ένορκης διοικητικής εξέτασης και μέχρι το τέλος της εξέτασής του να ζητήσει εγγράφως την εξέταση μαρτύρων. Ο ανακριτής υποχρεούται να εξετάσει πέντε τουλάχιστον από τους προτεινόμενους μάρτυρες.

    Άρθρο 132
    Πραγματογνώμονες

    Ως πραγματογνώμονες ορίζονται δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και ο.τ.α. καθώς και αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος. Οι πραγματογνώμονες πριν από τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, ορκίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

    Άρθρο 133
    Εξέταση διωκομένου
    Κατά την πειθαρχική ανάκριση καλείται οπωσδήποτε για εξέταση ο διωκόμενος υπάλληλος. Ο υπάλληλος εξετάζεται ανωμοτί και μπορεί να παρίσταται μετά δικηγόρου. Η μη προσέλευση του διωκομένου ή η άρνησή του να εξετασθεί, δεν εμποδίζει την πρόοδο της ανάκρισης.

    Άρθρο 134
    Ενέργειες μετά την ανάκριση

    1. Ο πρόεδρος του υπηρεσιακού συμβουλίου όταν λάβει το παραπεμπτήριο έγγραφο, ορίζει ως εισηγητή της πειθαρχικής υπόθεσης ένα από τα μέλη του συμβουλίου, στο οποίο και παραδίδεται ο φάκελος.
    2. Ο πρόεδρος του υπηρεσιακού συμβουλίου, όταν διαβιβαστεί σε αυτόν το πόρισμα της πειθαρχικής ανάκρισης, ή, σε περίπτωση μη διενέργειας ανάκρισης κατά το άρθρο 128 παρ. 1 του παρόντος, όταν κρίνει ότι η υπόθεση είναι ώριμη για συζήτηση, την εισάγει στο υπηρεσιακό συμβούλιο για να αποφασίσει την κλήση σε απολογία του διωκόμενου υπαλλήλου ή την απαλλαγή του χωρίς αυτή.
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
    ΑΠΟΛΟΓΙΑ
    Άρθρο 135
    Κλήση σε απολογία
    1. Πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται, εάν ο υπάλληλος δεν κληθεί προηγουμένως σε απολογία. Η εξέταση του διωκόμενου κατά το στάδιο της ένορκης διοικητικής εξέτασης ή της πειθαρχικής ανάκρισης δεν αναπληρώνει την κλήση σε απολογία.
    2. Στην κλήση σε απολογία καθορίζεται σαφώς το αποδιδόμενο πειθαρχικό παράπτωμα και τάσσεται εύλογη προθεσμία για απολογία. Η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να είναι βραχύτερη από δύο ημέρες, όταν ο υπάλληλος καλείται σε απολογία από τον πειθαρχικώς προϊστάμενο και από τρεις ημέρες όταν αυτός καλείται από συμβούλιο. Η προθεσμία για απολογία μπορεί να παραταθεί μία μόνο φορά και έως το τριπλάσιο της αρχικής προθεσμίας μετά από αιτιολογημένη έγγραφη αίτηση του διωκομένου. Εκπρόθεσμη απολογία λαμβάνεται υποχρεωτικώς υπόψη, εφόσον υποβάλλεται πριν από την έκδοση της απόφασης.
    Η παράλειψη της κλήσης σε απολογία καλύπτεται από την υποβολή έγγραφης απολογίας.
    3. Όταν μετά την κλήση του διωκομένου σε απολογία ακολουθεί παραπομπή σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 118 του παρόντος σε ανώτερο πειθαρχικώς προϊστάμενο ή στο υπηρεσιακό συμβούλιο ή στα όργανα του άρθρου 116 του παρόντος, δεν απαιτείται νέα κλήση σε απολογία.
    4. Μετά την κλήση σε απολογία η υπόθεση περατούται με την έκδοση απόφασης.

    Άρθρο 136
    Απολογία

    1. Η απολογία υποβάλλεται εγγράφως. Ενώπιον συλλογικού πειθαρχικού οργάνου επιτρέπεται στο διωκόμενο και η προφορική συμπληρωματική απολογία.
    2. Η απολογία παραδίδεται με απόδειξη στο όργανο το οποίο καλεί σε απολογία. Μπορεί όμως και να αποσταλεί ταχυδρομικώς με συστημένη επιστολή ή να κατατεθεί σε δημόσια αρχή για αποστολή. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου το εμπρόθεσμο της υποβολής της κρίνεται από το χρόνο της ταχυδρόμησης ή της κατάθεσης στη δημόσια αρχή.
    3. Πριν από την απολογία ο διωκόμενος έχει δικαίωμα να λάβει γνώση του φακέλου της πειθαρχικής υπόθεσης. Το γεγονός ότι έλαβε γνώση, αποδεικνύεται με πράξη η οποία υπογράφεται από τον υπάλληλο, ο οποίος τηρεί το φάκελο και το διωκόμενο ή μόνο από τον πρώτο, αν ο δεύτερος αρνηθεί να υπογράψει. Αν ο διωκόμενος υπάλληλος δεν υπηρετεί στην έδρα του οργάνου που τον καλεί σε απολογία, του χορηγείται σχετική άδεια.
    4. Με την απολογία του ο υπάλληλος έχει δικαίωμα να ζητήσει εύλογη προθεσμία για να υποβάλει έγγραφα στοιχεία. Η παροχή της προθεσμίας και η διάρκειά της εναπόκειται στην κρίση του οργάνου το οποίο τον καλεί σε απολογία.
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
    ΄Αρθρο 137
    Προσδιορισμός δικασίμου - Παράσταση διωκόμενου
    1. Μετά την υποβολή της απολογίας ή την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής της ο πρόεδρος του υπηρεσιακού συμβουλίου προσδιορίζει με πράξη του την ημέρα κατά την οποία θα συζητηθεί η υπόθεση. Η ημέρα, η ώρα και ο τόπος της συνεδρίασης ανακοινώνονται εγγράφως στο διωκόμενο πριν από τέσσερις τουλάχιστον ημέρες.
    2. Ο διωκόμενος υπάλληλος έχει δικαίωμα να παραστεί είτε αυτοπροσώπως είτε δια ή μετά πληρεξουσίου δικηγόρου ενώπιον των υπηρεσιακών συμβουλίων και των διοικητικών συμβουλίων των ν.π.δ.δ.. Η μη προσέλευση του διωκόμενου δεν εμποδίζει την πρόοδο της διαδικασίας.
    3. Αν το υπηρεσιακό συμβούλιο κρίνει ανεπαρκή τα αποδεικτικά στοιχεία, αναβάλλει την κρίση της υπόθεσης και διατάσσει συμπληρωματική ανάκριση.
    4. Η υπηρεσία του διωκομένου υποχρεούται να του χορηγεί ανάλογη άδεια για να προσέλθει ενώπιον συλλογικού πειθαρχικού οργάνου κατά την κρίση της υπόθεσής του.

    ΄Αρθρο 138
    Κωλύματα και εξαίρεση μελών υπηρεσιακού συμβουλίου

    1. Μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου που δε δικαιούνται να διεξάγουν ανάκριση σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 128 του παρόντος ή έχουν διενεργήσει πειθαρχική ανάκριση στην κρινόμενη υπόθεση, κωλύονται να μετάσχουν στη σύνθεσή του κατά την κρίση της υπόθεσης αυτής.
    2. Ο διωκόμενος μπορεί με έγγραφη αίτησή του να ζητήσει την εξαίρεση μελών του υπηρεσιακού συμβουλίου με την προϋπόθεση ότι με τα υπόλοιπα μέλη υπάρχει απαρτία. Η αίτηση αυτή που υποβάλλεται δύο τουλάχιστον ημέρες πριν από την συζήτηση της υπόθεσης, πρέπει να περιέχει κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο τους λόγους της εξαίρεσης και να συνοδεύεται από τα στοιχεία με τα οποία αυτοί αποδεικνύονται. Για την αίτηση εξαίρεσης το υπηρεσιακό συμβούλιο αποφασίζει αιτιολογημένα με συμμετοχή των νομίμων αναπληρωτών των μελών των οποίων ζητείται η εξαίρεση. Τα μέλη που εξαιρούνται, αντικαθίστανται από τα αναπληρωματικά τους. Αν εξαιρεθεί το τακτικό και το αναπληρωματικό του μέλος, το συμβούλιο συνεδριάζει με τα υπόλοιπα μέλη του εφόσον έχει απαρτία. Η εξαίρεση αναπληρωματικού μέλους μπορεί να ζητηθεί και την ημέρα της συνεδρίασης. Στην περίπτωση αυτή το συμβούλιο αποφασίζει αμέσως επί της αιτήσεως εξαιρέσεως με τα υπόλοιπα μέλη του.
    3. Στην περίπτωση της παρ. 4 του άρθρου 128 του παρόντος αποκλείεται να μετάσχει στο υπηρεσιακό συμβούλιο ο ανακριτής ή αυτός που συμμετείχε στο υπηρεσιακό συμβούλιο κατά την πρώτη κρίση.
    Δεν μπορούν να εξαιρεθούν μέλη τακτικά ή αναπληρωματικά περισσότερα από τα απαιτούμενα για να έχει το υπηρεσιακό συμβούλιο απαρτία.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    ΄Αρθρο 139
    Κοινοποιήσεις στο διωκόμενο

    Η κλήση σε απολογία και κάθε πρόσκληση ή ειδοποίηση του διωκόμενου επιδίδονται με δημόσιο όργανο στον ίδιο προσωπικά ή στην κατοικία του σε πρόσωπο με το οποίο συνοικεί. Εάν δεν καταστεί δυνατή η επίδοση, το έγγραφο της κλήσης σε απολογία τοιχοκολλάται στο κατάστημα της υπηρεσίας του υπαλλήλου και συντάσσεται πρωτόκολλο που υπογράφεται από ένα μάρτυρα. Για την επίδοση αυτή συντάσσεται αποδεικτικό. Σε περίπτωση άρνησης παραλαβής αυτός που διενεργεί την επίδοση, συντάσσει πράξη στην οποία βεβαιώνεται η άρνηση. Αν ο υπάλληλος είναι άγνωστης διαμονής, το έγγραφο της κλήσης σε απολογία τοιχοκολλάται στο κατάστημα της υπηρεσίας του και συντάσσεται σχετικό αποδεικτικό.





    ΄Αρθρο 140
    Εκτίμηση αποδείξεων

    1. Το πειθαρχικό όργανο εκτιμά ελευθέρως τις αποδείξεις. Για να μορφώσει την κρίση του, μπορεί να λάβει υπόψη του και αποδεικτικά στοιχεία που δεν προκύπτουν από την πειθαρχική διαδικασία αλλά από άλλη νόμιμη διαδικασία, εφ΄ όσον έλαβε γνώση τους ο διωκόμενος.
    2. Συναφή πειθαρχικά παραπτώματα τα οποία διαπιστώνονται κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της ίδιας πειθαρχικής κρίσης μόνον εφόσον ο διωκόμενος κληθεί σε απολογία και γι΄ αυτά.
    3. Η κρίση πρέπει να στηρίζεται σε αποδεδειγμένα πραγματικά γεγονότα και να είναι ειδικώς αιτιολογημένη.

    ΄Αρθρο 141
    Πειθαρχική απόφαση

    1. Η πειθαρχική απόφαση διατυπώνεται εγγράφως.
    2. Στην απόφαση μνημονεύονται : α) ο τόπος και ο χρόνος έκδοσής της, β) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του μονομελούς πειθαρχικού οργάνου ή των μελών του συλλογικού πειθαρχικού οργάνου, γ) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του κρινομένου, δ) τα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος, προσδιορισμένα κατά τόπο και χρόνο, ε) η υποβολή ή όχι απολογίας, στ) η αιτιολογία της απόφασης, ζ) η γνώμη των μελών του συλλογικού οργάνου που μειοψήφησαν και η) η απαλλαγή του κρινομένου ή η ποινή που του επιβάλλεται.
    Η παράλειψη των στοιχείων που αναφέρονται στα εδάφια α΄, β΄ και γ΄, εκτός του ονοματεπωνύμου, δεν συνεπάγεται ακυρότητα της απόφασης, εφόσον αυτά προκύπτουν από το φάκελο της υπόθεσης.

    3. Η πειθαρχική απόφαση υπογράφεται από το όργανο που την εκδίδει. ΄Οταν αυτή εκδίδεται από συλλογικό όργανο, υπογράφεται από τον πρόεδρο και το γραμματέα.
    4. Η πειθαρχική απόφαση κοινοποιείται σε αντίγραφο με τη φροντίδα της υπηρεσίας στον υπάλληλο και γνωστοποιείται στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση. Η κοινοποίηση της απόφασης στον υπάλληλο ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 139 του παρόντος. Στον υπάλληλο γνωστοποιούνται επίσης τα ένδικα μέσα που δικαιούται να ασκήσει.
    5. Η πειθαρχική απόφαση δεν ανακαλείται. Ανάκληση της πειθαρχικής απόφασης επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση σε περίπτωση πρόδηλης παρανομίας. Ανάκληση πειθαρχικής απόφασης μονομελούς οργάνου γίνεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου. Πειθαρχική απόφαση που υπόκειται σε ένσταση, δεν ανακαλείται.
    Η αίτηση για ανάκληση της πειθαρχικής απόφασης υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 60 ημερών από την κοινοποίησή της στον υπάλληλο.
    Αν η ανάκληση δεν γίνει εντός τριμήνου, λογίζεται ότι το αίτημα της ανάκλησης έχει απορριφθεί.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
    ΕΝΣΤΑΣΗ - ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

    ΄Αρθρο 142
    Ένσταση

    1. Οι αποφάσεις των πειθαρχικώς προϊσταμένων, εκτός αυτών που ορίζονται στο άρθρο 121, παρ. 2, περ. (α), καθώς και των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του παρόντος, υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου.

    2. Οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων που κρίνουν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, από τον υπάλληλο που τιμωρήθηκε, στις περιπτώσεις επιβολής της πειθαρχικής ποινής του προστίμου αποδοχών δύο (2) μηνών και άνω, της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή, του υποβιβασμού, της προσωρινής και οριστικής παύσης. 'Ολες οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων που κρίνουν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, υπέρ της διοίκησης, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο β' της επόμενης παραγράφου.
    Οι μη οριστικές αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 141 του παρόντος υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου από τον υπάλληλο ή τη διοίκηση.
    3. Ένσταση ενώπιον του πρωτοβάθμιου ή δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου δικαιούνται να ασκήσουν: α) ο υπάλληλος που τιμωρήθηκε και β) υπέρ της διοίκησης ή υπέρ του υπαλλήλου κάθε ανώτερος πειθαρχικώς προϊστάμενος, οι πρόεδροι των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του παρόντος και ο υπουργός ή ο γενικός γραμματέας περιφέρειας που ασκεί εποπτεία στο νομικό πρόσωπο.
    4. Η ένσταση ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον υπάλληλο ή από την περιέλευσή της στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τριάντα ημέρες για εκείνους που διαμένουν στο εξωτερικό.
    5. Τα πειθαρχικά συμβούλια (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμιο), όταν κρίνουν μετά από ένσταση του υπαλλήλου ή υπέρ του, δεν μπορούν να χειροτερεύουν τη θέση του. ΄Οταν κρίνουν ένσταση υπέρ της διοίκησης, δεν μπορούν να επιβάλουν ελαφρότερη ποινή από αυτήν που επιβλήθηκε. ΄Οταν ασκούνται ενστάσεις τόσο από τον υπάλληλο όσο και υπέρ της διοίκησης, το πειθαρχικό συμβούλιο τις κρίνει από κοινού και δεν δεσμεύεται ως προς την ποινή που θα επιβάλει.
    6. Η προθεσμία για την άσκηση ένστασης και η άσκησή της αναστέλλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης με εξαίρεση τις πειθαρχικές ποινές στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή και της προσωρινής και οριστικής παύσης.
    Ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν την υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων κατά το χρόνο της αναστολής διατηρούνται σε ισχύ.
    7. Η ένσταση κατά των αποφάσεων των πειθαρχικώς προϊσταμένων κατατίθεται στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο. Η ένσταση κατά αποφάσεων του πρωτοβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου κατατίθεται σ’ αυτό, το οποίο τη διαβιβάζει αμελλητί στο δευτεροβάθμιο με τον πλήρη φάκελο της απόφασης.
    8. Τα δευτεροβάθμια υπηρεσιακά συμβούλια δεν μπορούν να χειροτερεύσουν τη θέση του υπαλλήλου όταν η ένσταση ασκείται από τον ίδιο ή υπέρ αυτού.

    ΄Αρθρο 143
    Επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας
    1. Την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, σύμφωνα με την παρ. 4 και 5 του άρθρου 114 του παρόντος, μπορούν να ζητήσουν τα όργανα των παρ. 1 και 2 του άρθρου 124 του παρόντος, όταν έχει εκδοθεί καταδικαστική ποινική απόφαση και ο υπάλληλος, όταν έχει εκδοθεί αθωωτική ποινική απόφαση εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) έτους από τη δημοσίευσή της.
    2. Η αίτηση για την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας απευθύνεται στο οικείο πρωτοβάθμιο ή δευτεροβάθμιο κατά περίπτωση πειθαρχικό συμβούλιο, στο οποίο υπαγόταν ο υπάλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος.
    3. Αν έχει εκδοθεί καταδικαστική ποινική απόφαση, κατά την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, μπορεί να επιβληθεί πειθαρχική ποινή ανώτερη από αυτήν που είχε επιβληθεί. Αν έχει εκδοθεί αθωωτική ποινική απόφαση, μπορεί να επιβληθεί ελαφρότερη ποινή ή να απαλλαγεί ο υπάλληλος. ΄Οταν ο υπάλληλος είχε τιμωρηθεί με οριστική ή προσωρινή παύση ή υποβιβασμό, το υπηρεσιακό συμβούλιο μπορεί κατά την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας να αποφασίσει και τη βαθμολογική ή μισθολογική του αποκατάσταση . Αν δεν υπάρχει κενή θέση, ο υπάλληλος παραμένει υπεράριθμος και καταλαμβάνει την πρώτη θέση που θα κενωθεί.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
    ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ-
    ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΠΟΙΝΩΝ
    ΔΑΠΑΝΕΣ

    ΄Αρθρο 144
    Εκτέλεση απόφασης

    1. Η τελεσίδικη απόφαση εκτελείται υποχρεωτικώς. Η εκτέλεση γίνεται από την οικεία υπηρεσία ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Παράλειψη εκτέλεσης της ποινής αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.
    2. Σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής κατά απόφασης που επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης, η λύση της υπαλληλικής σχέσης επέρχεται αυτοδικαίως από τη δημοσίευση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας.
    3. Κατά το χρόνο της προσωρινής παύσης ο υπάλληλος απέχει από κάθε υπηρεσία. Ο χρόνος της προσωρινής παύσης δεν θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.
    4. Όποιος τιμωρείται με υποβιβασμό, δεν κρίνεται για προαγωγή πριν περάσει από την επιβολή της ποινής χρονικό διάστημα ίσο με το μισό του χρόνου που απαιτείται για προαγωγή.
    5. Η επιβολή της ποινής της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή περιλαμβάνει και το δικαίωμα επιλογής σε βαθμίδες καθηκόντων.
    6. Η πειθαρχική απόφαση η οποία επιβάλλει πρόστιμο, εκτελείται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας που εντέλλεται την πληρωμή των αποδοχών του υπαλλήλου. Αν λυθεί η υπαλληλική σχέση, το πρόστιμο εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα για την είσπραξη δημοσίων εσόδων. Για την καταβολή βαρύνεται αποκλειστικά ο υπάλληλος που τιμωρήθηκε και όχι οι κληρονόμοι του.
    Το πρόστιμο υπολογίζεται στις αποδοχές που λαμβάνει ο υπάλληλος κατά το χρόνο έκδοσης της πρωτοβάθμιας πειθαρχικής απόφασης. Όταν αυτό ορίζεται έως στο 1/5 των αποδοχών του, παρακρατείται εφάπαξ από τις αποδοχές του πρώτου μήνα μετά την τελεσιδικία της απόφασης. ΄Οταν είναι μεγαλύτερο, παρακρατείται τμηματικώς κατά μήνα.
    Η μηνιαία παρακράτηση καθορίζεται με την πειθαρχική απόφαση και δεν επιτρέπεται να είναι ανώτερη από το ένα πέμπτο (1/5) των αποδοχών του υπαλλήλου.

    ΄Αρθρο 145
    Διαγραφή πειθαρχικών ποινών

    1. Διαγράφονται αυτοδικαίως η ποινή της επίπληξης μετά τρία (3) έτη, του προστίμου μετά πέντε (5) έτη και οι λοιπές ποινές, εκτός από την ποινή της οριστικής παύσης, μετά δέκα (10) έτη, εφόσον κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα ο υπάλληλος δεν τιμωρήθηκε με άλλη ποινή. Ο χρόνος της διαγραφής υπολογίζεται από την εκτέλεση της πειθαρχικής ποινής.
    2. Ο πειθαρχικός φάκελος ποινής που διαγράφεται, αφαιρείται από το προσωπικό μητρώο του υπαλλήλου, τίθεται στο αρχείο της υπηρεσίας και δεν επιτρέπεται εφεξής να αποτελεί στοιχείο κρίσης του.

    ΄Αρθρο 146
    Δαπάνες πειθαρχικής διαδικασίας

    1. Η πειθαρχική διαδικασία διεξάγεται ατελώς.
    2. Όταν διατάσσεται πραγματογνωμοσύνη, οι αμοιβές των πραγματογνωμόνων εκκαθαρίζονται από το πειθαρχικό όργανο και καταβάλλονται από το δημόσιο ή το οικείο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.

  2. #32
    Το avatar του μέλους sdikr
    sdikr Guest
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από nikoslikos Εμφάνιση μηνυμάτων
    ΜΕΡΟΣ Ε’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ


    ΠΡΟΣΟΧΗ με το spoiler

    Spoiler:
    ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
    ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

    ΣΧΕΔΙΟ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
    Αθήνα, 22 Μαρτίου 2006
    ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
    ------------------------------------


    ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.


    ΜΕΡΟΣ Ε’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
    ΤΜΗΜΑ Α’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΕΣ
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
    Άρθρο 106
    Ορισμός πειθαρχικού παραπτώματος

    1. Πειθαρχικό παράπτωμα αποτελεί κάθε παράβαση υπαλληλικού καθήκοντος που συντελείται με υπαίτια πράξη ή παράλειψη και μπορεί να καταλογισθεί στον υπάλληλο
    2. Το υπαλληλικό καθήκον προσδιορίζεται τόσο από τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν στον υπάλληλο οι κείμενες διατάξεις, οι εντολές και οδηγίες όσο και από τη συμπεριφορά που πρέπει να τηρεί ο υπάλληλος και εκτός της υπηρεσίας ώστε να μη θίγεται το κύρος αυτής
    3. Το υπαλληλικό καθήκον, κατά την προηγούμενη παράγραφο, σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλει στον υπάλληλο πράξη ή παράλειψη που να αντίκειται προδήλως στις διατάξεις του Συντάγματος και των νόμων.

    Άρθρο 107
    Πειθαρχικά παραπτώματα

    1. Πειθαρχικά παραπτώματα αποτελούν ιδίως:
    α) πράξεις με τις οποίες εκδηλώνεται άρνηση αναγνώρισης του Συντάγματος ή έλλειψη αφοσίωσης στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία
    β) η παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους
    γ) η παράβαση της αρχής της αμεροληψίας
    δ) η αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των καθηκόντων
    ε) η άρνηση ή παρέλκυση εκτέλεσης υπηρεσίας
    στ) η αμέλεια, καθώς και η ατελής ή μη έγκαιρη εκπλήρωση του καθήκοντος.
    ζ) η παράβαση της υποχρέωσης εχεμύθειας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 26 του παρόντος.
    η) η άσκηση κριτικής των πράξεων της προϊστάμενης αρχής που γίνεται δημοσίως, γραπτώς ή προφορικώς, με σκόπιμη χρήση εν γνώσει των εκδήλως ανακριβών στοιχείων ή με χαρακτηριστικά απρεπείς εκφράσεις
    θ) η άσκηση εργασίας ή έργου με αμοιβή χωρίς προηγούμενη άδεια της υπηρεσίας
    ι) η αδικαιολόγητη άρνηση προσέλευσης για ιατρική εξέταση
    ια) η αδικαιολόγητη μη έγκαιρη σύνταξη ή η σύνταξη μεροληπτικής έκθεσης αξιολόγησης
    ιβ) η ανάρμοστη συμπεριφορά προς τους πολίτες, η αδικαιολόγητη μη εξυπηρέτησή τους και η μη έγκαιρη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους
    ιγ) η αδικαιολόγητη μη έγκαιρη απάντηση σε αναφορές πολιτών
    ιδ) η αδικαιολόγητη προτίμηση νεότερων υποθέσεων με παραμέληση παλαιότερων
    ιε) η άμεση ή μέσω τρίτου προσώπου συμμετοχή σε δημοπρασία την οποία διενεργεί επιτροπή, μέλος της οποίας είναι ο υπάλληλος ή η αρχή στην οποία αυτός ανήκει
    ιστ) η χρησιμοποίηση της δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας ή πληροφοριών που κατέχει ο υπάλληλος λόγω της υπηρεσίας ή της θέσης του, για εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων του ίδιου ή τρίτων προσώπων
    ιζ) η αποδοχή οποιασδήποτε υλικής εύνοιας ή ανταλλάγματος για τον χειρισμό υπόθεσης από τον υπάλληλο κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
    ιη) η χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων για την απόκτηση υπηρεσιακής εύνοιας ή την πρόκληση ή ματαίωση διαταγής της υπηρεσίας
    ιθ) η σύναψη στενών κοινωνικών σχέσεων με πρόσωπα των οποίων ουσιώδη συμφέροντα εξαρτώνται από τον τρόπο αντιμετώπισης θεμάτων της αρμοδιότητας του υπαλλήλου.
    κ) η φθορά λόγω ασυνήθιστης χρήσης, η εγκατάλειψη ή η παράνομη χρήση πράγματος το οποίο ανήκει στην υπηρεσία.
    κα) η παράλειψη δίωξης και τιμωρίας πειθαρχικού παραπτώματος, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 110 του παρόντος.
    κβ) η άρνηση παροχής πληροφόρησης στους πολίτες.
    κγ) η άρνηση σύμπραξης, συνεργασίας και χορήγησης στοιχείων ή εγγράφων κατά τη διεξαγωγή έρευνας, επιθεώρησης ή ελέγχου από το Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και τα ιδιαίτερα Σώματα και Υπηρεσίες Επιθεώρησης και Ελέγχου.
    2. Διατάξεις που ορίζουν ειδικά πειθαρχικά παραπτώματα διατηρούνται σε ισχύ.

    Άρθρο 108
    Εφαρμογή κανόνων και αρχών του ποινικού δικαίου

    1. Κανόνες και αρχές του ποινικού δικαίου και της ποινικής δικονομίας εφαρμόζονται ανάλογα και στο πειθαρχικό δίκαιο, εφόσον δεν αντίκεινται στις ρυθμίσεις του παρόντος και συνάδουν με τη φύση και το σκοπό της πειθαρχικής διαδικασίας
    2. Εφαρμόζονται ιδίως οι κανόνες και οι αρχές που αφορούν:
    α) τους λόγους αποκλεισμού της υπαιτιότητας και της ικανότητας προς καταλογισμό
    β) τις ελαφρυντικές ή επιβαρυντικές περιστάσεις για την επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής
    γ) την έμπρακτη μετάνοια
    δ) το δικαίωμα σιγής του πειθαρχικώς διωκομένου
    ε) την πραγματική και νομική πλάνη
    στ) το τεκμήριο της αθωότητας του πειθαρχικώς διωκομένου
    ζ) την επιείκεια υπέρ του πειθαρχικώς διωκομένου
    η) την προστασία των δικαιολογημένων συμφερόντων ως λόγο που αίρει τον πειθαρχικό χαρακτήρα δυσμενών κρίσεων, εκφράσεων και εκδηλώσεων, εκτός εάν συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα της χαρακτηριστικώς ανάρμοστης συμπεριφοράς.


    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΠΟΙΝΕΣ
    Άρθρο 109
    Πειθαρχικές ποινές

    1. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται στους υπαλλήλους είναι:
    α) η έγγραφη επίπληξη
    β) το πρόστιμο έως τις αποδοχές τριών (3) μηνών
    γ) η στέρηση του δικαιώματος για προαγωγή από ένα (1) έως πέντε (5) έτη
    δ) ο υποβιβασμός κατά ένα βαθμό
    ε) η προσωπική παύση από τρεις (3) έως έξι (6) μήνες με πλήρη στέρηση των αποδοχών και
    στ) η οριστική παύση
    2. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί μόνο για τα ακόλουθα παραπτώματα:
    α) της παράβασης του άρθρου 107 παρ.1(α) του παρόντος.
    β) της παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς νόμους,
    γ) αποδοχή οποιασδήποτε υλικής εύνοιας ή ανταλλάγματος για τον χειρισμό υπόθεσης από υπάλληλο κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
    δ) χαρακτηριστικώς αναξιοπρεπή ή ανάξια για υπάλληλο διαγωγή εντός ή εκτός υπηρεσίας
    ε) παραβίαση απορρήτων της υπηρεσίας κατά τις κείμενες διατάξεις
    στ) αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων πάνω από είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες συνεχώς ή πάνω από τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες σε διάστημα ενός (1) έτους
    ζ) εξαιρετικώς σοβαρή απείθεια
    η) άμεση ή μέσω τρίτου προσώπου συμμετοχή σε δημοπρασία την οποία διενεργεί η αρχή στην οποία αυτός ανήκει ή επιτροπή, μέλος της οποίας είναι αυτός
    θ) εμμονή σε άρνηση προσέλευσης για εξέταση από υγειονομική επιτροπή σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 56 του παρόντος.
    3. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο για οποιοδήποτε παράπτωμα αν: α) κατά την προηγούμενη της διάπραξής του διετία του είχαν επιβληθεί τρεις (3) τουλάχιστον πειθαρχικές ποινές ανώτερες του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός ή β) κατά το προηγούμενο της διάπραξής του έτος είχε τιμωρηθεί για το ίδιο αδίκημα με ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
    ΔΙΩΞΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΩΝ

    Άρθρο 110
    Δίωξη πειθαρχικών παραπτωμάτων

    1. Η δίωξη και η τιμωρία πειθαρχικών παραπτωμάτων αποτελεί καθήκον των πειθαρχικών οργάνων. Η παράβαση του καθήκοντος αυτού συνιστά το κατά την περ. κα’ της παρ.1 του άρθρου 107 του παρόντος πειθαρχικό παράπτωμα.
    2. Κατ’ εξαίρεση, για παραπτώματα που θα επέσυραν την ποινή της έγγραφης επίπληξης, η δίωξη απόκειται στη διακριτική εξουσία των πειθαρχικών οργάνων, τα οποία λαμβάνουν υπόψη αφενός το συμφέρον της υπηρεσίας και αφετέρου τις συνθήκες διάπραξής τους και την υπηρεσιακή γενικώς διαγωγή του υπαλλήλου. Αν το πειθαρχικό όργανο αποφασίσει να μην ασκήσει δίωξη, υποχρεούται να ενημερώσει, με αιτιολογημένη έκθεσή του, τον αμέσως ανώτερο πειθαρχικώς προϊστάμενο.
    3. Δεν επιτρέπεται δεύτερη δίωξη για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα
    4. Η βαθμολογική ή η μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου δεν αίρει το πειθαρχικώς κολάσιμο παραπτώματος που διαπράχτηκε πριν από την εξέλιξη αυτή.
    5. Πράξεις που έχουν τελεστεί από υπάλληλο κατά τη διάρκεια προγενέστερης υπηρεσίας του σε δημόσια υπηρεσία, οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλο νομικό πρόσωπο του δημοσίου τομέα τιμωρούνται πειθαρχικά, εάν υπάγονται σε μία από τις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 109 του παρόντος και δεν έχει παρέλθει ο χρόνος παραγραφής τους.

    Άρθρο 111
    Σχέση πειθαρχικού παραπτώματος και ποινής

    1. Για κάθε πειθαρχικό παράπτωμα επιβάλλεται μία μόνο πειθαρχική ποινή. Σε κάθε υπάλληλο με την ίδια πειθαρχική απόφαση επιβάλλεται μία μόνο ποινή.
    2. Αν το πειθαρχικό όργανο επιλαμβάνεται για περισσότερα πειθαρχικά παραπτώματα, με την πειθαρχική απόφαση επιβάλλεται μία μόνο ποινή σε κάθε υπάλληλο. Κατά την επιμέτρηση της ποινής αυτής λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός και η βαρύτητα όλων των παραπτωμάτων.
    3. Κατά την επιμέτρηση των πειθαρχικών ποινών λαμβάνονται υπόψη οι κανόνες και οι αρχές των περιπτώσεων β’, γ’, ε’, ζ’ και η’ της παρ.2 του άρθρου 108 του παρόντος. Η υποτροπή αποτελεί ιδιαιτέρως επιβαρυντική περίπτωση για την επιμέτρηση της ποινής.


    Άρθρο 112
    Παραγραφή πειθαρχικών παραπτωμάτων

    1. Τα πειθαρχικά παραπτώματα παραγράφονται μετά δύο (2) έτη από την ημέρα που διαπράχτηκαν. Τα πειθαρχικά παραπτώματα της παρ. 2 του άρθρου 108 του παρόντος παραγράφονται μετά πέντε (5) έτη.
    2. Πειθαρχικό παράπτωμα το οποίο αποτελεί και ποινικό αδίκημα, δεν παραγράφεται πριν παραγραφεί το ποινικό αδίκημα. Για τα παραπτώματα αυτά οι πράξεις της ποινικής διαδικασίας διακόπτουν την παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος.
    3. Η κλήση σε απολογία ή η παραπομπή στο υπηρεσιακό συμβούλιο διακόπτουν την παραγραφή. Στις περιπτώσεις αυτές ο συνολικός χρόνος παραγραφής ως την έκδοση της πρωτοβάθμιας πειθαρχικής απόφασης δεν μπορεί να υπερβεί τα τρία (3) έτη και προκειμένου για τα παραπτώματα της παρ. 2 του άρθρου 109 του παρόντος, τα επτά (7) έτη.
    4. Η παραγραφή του πειθαρχικού παραπτώματος διακόπτεται επίσης από την τέλεση νέου πειθαρχικού παραπτώματος, το οποίο αποσκοπεί στην απόκρυψη ή την παρεμπόδιση της πειθαρχικής δίωξης του πρώτου. Στην περίπτωση αυτή το πρώτο παράπτωμα παραγράφεται όταν παραγραφεί το δεύτερο, εφόσον η παραγραφή του δεύτερου συντελείται σε χρόνο μεταγενέστερο της παραγραφής του πρώτου.
    5. Δεν παραγράφεται το πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο εκδόθηκε πειθαρχική απόφαση που επιβάλλει πειθαρχική ποινή σε πρώτο βαθμό.

    Άρθρο 113
    Λήξη πειθαρχικής ευθύνης

    Ο υπάλληλος ο οποίος απώλεσε την υπαλληλική ιδιότητα με οποιονδήποτε τρόπο δε διώκεται πειθαρχικώς, η πειθαρχική όμως διαδικασία, η οποία τυχόν έχει αρχίσει, συνεχίζεται και μετά τη λύση της υπαλληλικής σχέσης με εξαίρεση την περίπτωση του θανάτου. Η τυχόν καταδικαστική απόφαση που εκδίδεται στην περίπτωση αυτή παραμένει ανεκτέλεστη.

    Άρθρο 114
    Σχέση της πειθαρχικής διαδικασίας με την ποινική δίκη

    1. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από την ποινική ή άλλη δίκη
    2. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχική διαδικασία. Το πειθαρχικό όργανο όμως μπορεί με απόφασή του, η οποία είναι ελευθέρως ανακλητή, να διατάξει, για εξαιρετικούς λόγους, την αναστολή της πειθαρχικής διαδικασίας, η οποία δεν πρέπει να υπερβαίνει το ένα (1) έτος. Αναστολή δεν επιτρέπεται σε περίπτωση που το πειθαρχικό παράπτωμα προκάλεσε δημόσιο σκάνδαλο ή θίγει σοβαρά το κύρος της υπηρεσίας.
    3. Το πειθαρχικό όργανο δεσμεύεται από την κρίση που περιέχεται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, μόνο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος.
    4. Αν μετά την έκδοση πειθαρχικής απόφασης με την οποία απαλλάσσεται ο υπάλληλος ή επιβάλλεται ποινή κατώτερη από την οριστική παύση, εκδοθεί αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου με την οποία διαπιστώνονται πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση παραπτώματος, το οποίο δικαιολογεί κατά το άρθρο 109 παρ.2 την πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, η πειθαρχική διαδικασία επαναλαμβάνεται με τη διαδικασία του άρθρου 143 του παρόντος. Επίσης επαναλαμβάνεται η πειθαρχική διαδικασία, αν μετά την έκδοση καταδικαστικής πειθαρχικής απόφασης, με την οποία επιβάλλεται οποιαδήποτε ποινή, εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική ποινική απόφαση ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα για την πράξη ή την παράλειψη, για την οποία διώχτηκε πειθαρχικά ο υπάλληλος.
    5. Η επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας επιτρέπεται και όταν έχει εκδοθεί καταδικαστική πειθαρχική απόφαση, χωρίς να έχει ληφθεί υπόψη καταδικαστική ποινική απόφαση που προηγήθηκε
    6. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών έχει υποχρέωση να ανακοινώνει αμέσως στην προϊσταμένη αρχή του υπαλλήλου και στο Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης κάθε ποινική δίωξη που ασκείται κατ’ αυτού. Στην ίδια αρχή ανακοινώνεται επίσης από τον αρμόδιο εισαγγελέα η απόφαση ή το βούλευμα με το οποίο τερματίζεται η δίωξη. Σε περίπτωση εγκλεισμού σε σωφρονιστικό κατάστημα, ο διευθυντής φυλακών γνωστοποιεί, τούτο χωρίς καθυστέρηση, στην προϊσταμένη αρχή του υπαλλήλου.

    Άρθρο 115
    Αυτοτέλεια κολασίμου του πειθαρχικού παραπτώματος

    1. Σε περίπτωση αποκατάστασης, απονομής χάριτος ή άρσης με οποιονδήποτε άλλο τρόπο του κολασίμου ή μεταβολής των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν αίρεται το πειθαρχικώς κολάσιμο της πράξης.
    2. Σε περίπτωση άρσης των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, κατά το άρθρο 47 του Συντάγματος, αίρεται και το πειθαρχικώς κολάσιμο της πράξης.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ
    Άρθρο 116
    Πειθαρχικά όργανα
    Πειθαρχική εξουσία στους υπαλλήλους ασκούν: α) οι πειθαρχικώς προϊστάμενοί τους, β) το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για τους υπαλλήλους του νομικού προσώπου, γ) το υπηρεσιακό συμβούλιο του οικείου φορέα, δ) το υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης για τις περιπτώσεις της παρ. 4 του άρθρου 117 του παρόντος, ε) το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο και, στ) το Συμβούλιο της Επικρατείας, το Διοικητικό Εφετείο και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης.

    Άρθρο 117
    Πειθαρχικώς προϊστάμενοι

    1. Πειθαρχικώς προϊστάμενοι των υπαλλήλων των κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών που ανήκουν στην αρμοδιότητά τους είναι :
    α) Ο υπουργός
    β) Ο γενικός γραμματέας Υπουργείου ή Γενικής Γραμματείας.
    γ) Ο γενικός γραμματέας αυτοτελούς υπηρεσίας .
    δ) Ο γενικός γραμματέας περιφέρειας .
    ε) Ο ειδικός γραμματέας .
    στ) Ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης .
    ζ) Ο προϊστάμενος διεύθυνσης .

    2. Επίσης πειθαρχικώς προϊστάμενοι είναι:
    α) Ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και οι αρχηγοί του στρατού, του ναυτικού και της αεροπορίας, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος για τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    β) Οι διοικητές μονάδων και σχολών των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος για τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    γ) Οι διευθυντές καταστημάτων ή οι προϊστάμενοι υπηρεσιών εφόσον είναι ανώτατοι ή ανώτεροι αξιωματικοί, για τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς.
    δ) Ο διοικητής του Αγίου Όρους για όλους τους πολιτικούς υπαλλήλους που υπάγονται στην αρμοδιότητά του .
    ε) Ο πρόεδρος ή ο επικεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής για τους υπαλλήλους της.
    3. Πειθαρχικώς προϊστάμενοι για τους υπαλλήλους νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου είναι:
    α) Ο διοικητής, ή ο πρόεδρος του συλλογικού οργάνου, ο οποίος ασκεί διοίκηση, ο υποδιοικητής, ο γενικός γραμματέας ή ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας, για όλους τους υπαλλήλους του νομικού προσώπου .
    β) Ο πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών για τους υπαλλήλους της .
    γ) Ο πρύτανης Α.Ε.Ι. για του όλους τους υπαλλήλους Ιδρύματος, ο κοσμήτορας σχολής, ο πρόεδρος τμήματος και ο διευθυντής τομέα για τους υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    δ) Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος Τ.Ε.Ι., για όλους τους υπαλλήλους του Ιδρύματος, ο διευθυντής παραρτήματος Τ.Ε.Ι. για όλους τους υπαλλήλους του παραρτήματος, ο διευθυντής σχολής και ο προϊστάμενος τμήματος για τους υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    ε) Ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης ή ο προϊστάμενος διεύθυνσης για τους υπαλλήλους που υπάγονται σ΄ αυτούς .
    4. Πειθαρχική εξουσία δύναται να ασκεί και ο υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης:
    α) στους υπαλλήλους του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου για ανάρμοστη συμπεριφορά προς τους πολίτες, αδικαιολόγητη μη εξυπηρέτησή τους, μη έγκαιρη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους και άρνηση συνεργασίας με τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ).
    β) στους υπαλλήλους των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα.



    Άρθρο 118
    Αρμοδιότητα πειθαρχικώς προϊσταμένων
    1. Όλοι οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι μπορούν να επιβάλλουν την ποινή της έγγραφης επίπληξης. Την ποινή του προστίμου μπορούν να επιβάλλουν οι εξής με τις πιο κάτω διακρίσεις:
    α) Ο υπουργός έως και τις αποδοχές ενός (1) μηνός.
    β) Ο γενικός γραμματέας Υπουργείου ή Γενικής Γραμματείας ή αυτοτελούς υπηρεσίας, ο γενικός γραμματέας περιφέρειας, ο ειδικός γραμματέας και ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και οι αρχηγοί του στρατού ξηράς, του ναυτικού και της αεροπορίας, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος έως και τα δύο τρίτα των μηνιαίων αποδοχών.
    γ) Οι διοικητές μονάδων και σχολών των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος, οι διευθυντές καταστημάτων και οι προϊστάμενοι στρατιωτικών υπηρεσιών ή υπηρεσιών των σωμάτων ασφαλείας ή του λιμενικού σώματος αν είναι ανώτατοι αξιωματικοί έως το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών και αν είναι ανώτεροι έως και το ένα τρίτο των μηνιαίων αποδοχών.
    δ) Ο διοικητής του Αγίου Όρους, ο πρόεδρος ή ο επικεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, ο διοικητής ή ο πρόεδρος συλλογικού οργάνου, ο οποίος ασκεί διοίκηση, ο υποδιοικητής, ο γενικός γραμματέας ή ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας νομικού προσώπου έως και το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών.
    ε) Ο πρύτανης Α.Ε.Ι και ο πρόεδρος Τ.Ε.Ι. έως και τα δύο τρίτα των μηνιαίων αποδοχών. Ο κοσμήτορας σχολής, ο πρόεδρος τμήματος και ο διευθυντής τομέα Α.Ε.Ι., ο αντιπρόεδρος Τ.Ε.Ι., ο διευθυντής παραρτήματος Τ.Ε.Ι., έως και το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών, ο διευθυντής σχολής Τ.Ε.Ι. και ο προϊστάμενος τμήματος Τ.Ε.Ι. έως και το ένα τέταρτο των μηνιαίων αποδοχών.
    στ) Ο προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης έως και το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών.
    ζ) Ο προϊστάμενος διεύθυνσης έως και το ένα έκτο των μηνιαίων αποδοχών.
    2. Η αρμοδιότητα των πειθαρχικώς προϊσταμένων είναι αμεταβίβαστη, εκτός εάν από διάταξη νόμου προβλέπεται διαφορετικά.
    3. Αρμόδιος πειθαρχικώς προϊστάμενος είναι εκείνος στον οποίο υπάγεται οργανικά ο υπάλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117.
    4. Οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι και το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου επιλαμβάνονται αυτεπαγγέλτως .
    5. Αν έχουν επιληφθεί αρμοδίως περισσότεροι πειθαρχικώς προϊστάμενοι, η πειθαρχική διαδικασία συνεχίζεται μόνο από εκείνον που κάλεσε πρώτος σε απολογία τον υπάλληλο. Ο ανώτερος πειθαρχικώς προϊστάμενος ή το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου έχουν, σε κάθε περίπτωση, δικαίωμα να ζητήσουν την παραπομπή σ΄ αυτούς της πειθαρχικής υπόθεσης, εφόσον δεν έχει εκδοθεί πειθαρχική απόφαση. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117 του παρόντος ο υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης νοείται ως ανώτερος πειθαρχικώς προϊστάμενος.
    6. Αν ο πειθαρχικώς προϊστάμενος, ο οποίος έχει επιληφθεί, κρίνει ότι το παράπτωμα επισύρει ποινή ανώτερη της αρμοδιότητάς του, παραπέμπει την υπόθεση σε οποιονδήποτε ανώτερο αυτού πειθαρχικώς προϊστάμενο μέχρι και τον υπουργό ή και το διοικητικό συμβούλιο του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, αν πρόκειται για υπάλληλο του νομικού προσώπου. Αν και ο υπουργός ή το διοικητικό συμβούλιο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κρίνει ότι η προσήκουσα ποινή είναι ανώτερη και της δικής τους αρμοδιότητας, παραπέμπει το θέμα στο υπηρεσιακό συμβούλιο.
    Στην περίπτωση της παρ. 4 του άρθρου 117 του παρόντος η παραπομπή γίνεται στο υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

    Άρθρο 119
    Αρμοδιότητα διοικητικών συμβουλίων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου
    Τα διοικητικά συμβούλια νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δύνανται να επιβάλλουν τις ποινές της έγγραφης επίπληξης και του προστίμου έως και τις αποδοχές ενός (1) μηνός.

    Άρθρο 120
    Αρμοδιότητα υπηρεσιακών συμβουλίων

    1. Τα υπηρεσιακά συμβούλια δύνανται να επιβάλλουν οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή. Τα υπηρεσιακά συμβούλια κρίνουν σε πρώτο βαθμό μετά από παραπομπή της υπόθεσης σε αυτά και σε δεύτερο βαθμό μετά από άσκηση ένστασης κατά αποφάσεων πειθαρχικώς προϊσταμένων.
    Το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο αποφαίνεται σε δεύτερο βαθμό ύστερα από ένσταση κατά αποφάσεων των υπηρεσιακών συμβουλίων και σε πρώτο βαθμό για την εκδίκαση του παραπτώματος της παρ. 2 του άρθρου 123 του παρόντος.
    2. Αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο είναι το συμβούλιο της υπηρεσίας στην οποία υπάγεται οργανικά ο υπάλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 117 του παρόντος προκειμένου για υπάλληλο ο οποίος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος υπηρετεί με οποιαδήποτε υπηρεσιακή σχέση ή κατάσταση σε άλλη υπηρεσία. Αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο είναι το συμβούλιο της υπηρεσίας στην οποία υπηρετεί εφόσον το πειθαρχικό παράπτωμα σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων του στην υπηρεσία αυτή.
    3. Συγκρούσεις αρμοδιότητας μεταξύ περισσοτέρων υπηρεσιακών συμβουλίων για την κρίση του ίδιου παραπτώματος αίρονται από τον πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Οι καταφατικές συγκρούσεις αίρονται, εφόσον δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση ενός τουλάχιστον από τα συμβούλια που έχουν επιληφθεί. Οι αποφατικές συγκρούσεις αίρονται, εφόσον οι αποφάσεις δύο τουλάχιστον συμβουλίων που έχουν κηρυχθεί αναρμόδια, είναι τελεσίδικες. Για την άρση απαιτείται αίτηση της υπηρεσίας ή του υπαλλήλου. Αν πρόκειται για καταφατική σύγκρουση, την άρση μπορεί να τη ζητήσει και ο πρόεδρος ενός από τα υπηρεσιακά συμβούλια που έχουν επιληφθεί.

    Άρθρο 121
    Προσφυγές

    1. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας έχουν οι μόνιμοι υπάλληλοι κατά των αποφάσεων του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου που επιβάλλει τις πειθαρχικές ποινές του υποβιβασμού ή της οριστικής παύσης.
    2. Δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου έχουν οι μόνιμοι υπάλληλοι κατά:
    α) των πειθαρχικών αποφάσεων του υπουργού, του Διοικητή του Αγίου ΄Ορους, του προέδρου ή του επικεφαλής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, καθώς και του διοικητή ή του προέδρου συλλογικού οργάνου, ο οποίος ασκεί τη διοίκηση νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου,
    β) των αποφάσεων του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου που επιβάλλουν οποιαδήποτε ποινή του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός και άνω, της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή και της προσωρινής παύσης.
    γ) των αποφάσεων των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του παρόντος.
    3. Η προθεσμία και η άσκηση της προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Διοικητικού Εφετείου διέπονται από τις κείμενες διατάξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων της επόμενης παραγράφου.
    4. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης, με εξαίρεση τις πειθαρχικές αποφάσεις που επιβάλλουν την ποινή της προσωρινής ή οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού. Το Συμβούλιο της Επικρατείας ή το Διοικητικό Εφετείο δύνανται με απόφασή τους να αναστείλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης, εφόσον πιθανολογείται ανεπανόρθωτη βλάβη του προσφεύγοντα ή ευδοκίμηση της προσφυγής, εκτός εάν λόγοι δημοσίου συμφέροντος αποκλείουν τη χορήγηση αναστολής. Στην περίπτωση χορήγησης αναστολής, η εκδίκαση της προσφυγής γίνεται μέσα σε προθεσμία οκτώ (8) μηνών από τη χορήγησή της, άλλως η χορηγηθείσα αναστολή εκτέλεσης της πειθαρχικής απόφασης παύει να ισχύει.
    5. Στην περίπτωση κατά την οποία έχει ασκηθεί προσφυγή κατά αποφάσεως η οποία επιβάλλει την ποινή της προσωρινής ή οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού, η εκδίκαση της προσφυγής γίνεται μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την άσκησή της, άλλως η πειθαρχική απόφαση εκτελείται από την οικεία υπηρεσία ή το Ν.Π.Δ.Δ., κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 144 του παρόντος.
    6. Το Συμβούλιο της Επικρατείας ή το Διοικητικό Εφετείο, όταν κρίνουν μετά από προσφυγή, δεν δύνανται να χειροτερεύουν τη θέση του υπαλλήλου.

    Άρθρο 122
    Ενιαία κρίση πειθαρχικών παραπτωμάτων

    1. Περισσότερα του ενός πειθαρχικά παραπτώματα του ίδιου υπαλλήλου είναι δυνατόν, κατά την κρίση του πειθαρχικού οργάνου, να κρίνονται ενιαίως, εφόσον σχετίζονται με καθήκοντα υπηρεσιών του ίδιου υπουργείου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.
    2. Περισσότεροι υπάλληλοι που διώκονται για το ίδιο ή για συναφή πειθαρχικά παραπτώματα, είναι δυνατόν να κρίνονται ενιαίως, εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση της προηγούμενης παραγράφου.
    3. Αν στις περιπτώσεις των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου τα πειθαρχικά όργανα που είναι αρμόδια να επιληφθούν είναι διαφορετικά, αρμόδιο για την κρίση όργανο είναι :
    α) μεταξύ περισσότερων πειθαρχικών προϊσταμένων ο ιεραρχικώς ανώτερος, και σε περίπτωση προϊσταμένων του αυτού ιεραρχικού επιπέδου, εκείνος που έχει επιληφθεί πρώτος,
    β) μεταξύ περισσότερων υπηρεσιακών συμβουλίων, εκείνο που έχει επιληφθεί πρώτο και
    γ) μεταξύ πειθαρχικού προϊσταμένου, διοικητικού συμβουλίου των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και υπηρεσιακού συμβουλίου, το τελευταίο.

    ΤΜΗΜΑ Β’
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
    ΑΣΚΗΣΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΩΞΗΣ
    Άρθρο 123
    Άσκηση πειθαρχικής δίωξης

    1. Η πειθαρχική δίωξη αρχίζει είτε με την κλήση του υπαλλήλου σε απολογία από το μονομελές πειθαρχικό όργανο είτε με την παραπομπή του στο υπηρεσιακό συμβούλιο. Η πειθαρχική διαδικασία ολοκληρώνεται εντός τριμήνου από την κλήση σε απολογία είτε με την έκδοση πειθαρχικής απόφασης μονομελούς οργάνου είτε με παραπομπή ενώπιον υπηρεσιακού συμβουλίου. Σε περίπτωση παραπομπής ενώπιον του υπηρεσιακού συμβουλίου ολοκληρώνεται εντός εξαμήνου από την παραπομπή.
    2. Η υπαίτια παράβαση της διάταξης του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα. Το παράπτωμα αυτό, για τα μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου, εκδικάζεται μετά από παραπομπή ενώπιον του δευτεροβάθμιου υπηρεσιακού συμβουλίου.



    Άρθρο 124
    Παραπομπή στο υπηρεσιακό συμβούλιο

    1. Αν ο υπουργός κρίνει ότι το πειθαρχικό παράπτωμα τιμωρείται με ποινή μεγαλύτερη της αρμοδιότητάς του, παραπέμπει την υπόθεση στο υπηρεσιακό συμβούλιο. Για τους υπαλλήλους νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου η πειθαρχική υπόθεση παραπέμπεται για τον ίδιο λόγο στο υπηρεσιακό συμβούλιο από το διοικητικό συμβούλιο του νομικού προσώπου. Η παραπομπή είναι υποχρεωτική όταν υπάρχει αιτιολογημένη πρόταση αρμόδιας υπηρεσίας.
    2. Ο υπουργός ή ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας όταν λάβει γνώση πειθαρχικού παραπτώματος που τελέσθηκε από υπάλληλο νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, το οποίο εποπτεύεται από αυτόν, παραπέμπει την υπόθεση ενώπιον του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου για την άσκηση του πειθαρχικού ελέγχου.
    3. Δεν επιτρέπεται παραπομπή στο υπηρεσιακό συμβούλιο μετά την έκδοση οριστικής απόφασης για το ίδιο παράπτωμα από οποιοδήποτε πειθαρχικό όργανο.

    Άρθρο 125
    Διαδικασία και συνέπειες παραπομπής
    1. Στο έγγραφο, με το οποίο η υπόθεση παραπέμπεται στο υπηρεσιακό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 124 του παρόντος, πρέπει να προσδιορίζονται επακριβώς κατά τόπο και χρόνο τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα και ο διωκόμενος υπάλληλος.
    2. Το παραπεμπτήριο έγγραφο κοινοποιείται στο διωκόμενο υπάλληλο και αποστέλλεται με το φάκελο της υπόθεσης στο υπηρεσιακό συμβούλιο. Η παράλειψη κοινοποίησης του παραπεμπτηρίου εγγράφου συνεπάγεται ακυρότητα της πειθαρχικής διαδικασίας, εκτός αν ο διωκόμενος υπάλληλος έλαβε αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του με άλλον τρόπο, ή εμφανιστεί ενώπιον του υπηρεσιακού συμβουλίου χωρίς να προβάλλει καμμία αντίρρηση ως προς τη γνώση των στοιχείων του περιεχομένου του παραπεμπτηρίου. Άν κατά τη διαδικασία ανακύψουν ευθύνες και για άλλους υπαλλήλους που δεν περιλαμβάνονται στο παραπεμπτήριο έγγραφο, το συμβούλιο τους καλεί σε απολογία και συνεχίζει την περαιτέρω διαδικασία χωρίς κοινοποίηση του παραπεμπτηρίου. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να αποφασίζει τη συνεκδίκαση των παραπτωμάτων αυτών με τα παραπτώματα των περιλαμβανομένων στο παραπεμπτήριο.
    3. Η έκδοση του παραπεμπτηρίου εγγράφου καταργεί την εκκρεμή πειθαρχική διαδικασία ενώπιον άλλου πειθαρχικού οργάνου.
    4. Το παραπεμπτήριο έγγραφο δεν ανακαλείται.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
    ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ – ΕΝΟΡΚΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ –
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΑΝΑΚΡΙΣΗ
    Άρθρο 126
    Προκαταρκτική εξέταση
    1. Προκαταρκτική εξέταση είναι η άτυπη συλλογή και καταγραφή στοιχείων για να διαπιστωθεί η τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος και οι συνθήκες τέλεσής του.
    2. Προκαταρκτική εξέταση μπορεί να ενεργήσει κάθε πειθαρχικώς προϊστάμενος του υπαλλήλου.
    3. Αν αυτός που ενεργεί προκαταρκτική εξέταση κρίνει, με βάση τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί, ότι δεν συντρέχει περίπτωση πειθαρχικής δίωξης, περατώνει την εξέταση με αιτιολογημένη έκθεσή του. Στην περίπτωση αυτή δεν αποκλείεται η ενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από ανώτερο πειθαρχικώς προϊστάμενο. Αν, αντιθέτως, αυτός που ενεργεί προκαταρκτική εξέταση κρίνει ότι έχει διαπραχθεί πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο τιμωρείται με ποινή της αρμοδιότητάς του, καλεί τον υπάλληλο σε απολογία σύμφωνα με το άρθρο 135 του παρόντος. Αν κρίνει, είτε πριν από την κλήση του υπαλλήλου σε απολογία είτε μετά την απολογία του, ότι δικαιολογείται η επιβολή βαρύτερης ποινής, ενεργεί σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 118 του παρόντος. Αν, τέλος, κρίνει ότι το πειθαρχικό παράπτωμα χρειάζεται διερεύνηση, διατάσσει την ενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης.

    Άρθρο 127
    Ένορκη διοικητική εξέταση

    1. ΄Ενορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ) ενεργείται κάθε φορά που η υπηρεσία έχει σοβαρές υπόνοιες ή σαφείς ενδείξεις για τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος. Η εξέταση αυτή αποσκοπεί στη συλλογή στοιχείων για τη διαπίστωση της τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος και τον προσδιορισμό των προσώπων που τυχόν ευθύνονται, καθώς και στη διερεύνηση των συνθηκών κάτω από τις οποίες αυτό έχει τελεστεί. Η ένορκη διοικητική εξέταση δε συνιστά έναρξη πειθαρχικής δίωξης.
    2. Η ένορκη διοικητική εξέταση διατάσσεται από οποιονδήποτε πειθαρχικώς προϊστάμενο και ενεργείται από μόνιμο υπάλληλο με βαθμό τουλάχιστον Α’ του ίδιου υπουργείου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και σε καμία περίπτωση κατώτερου βαθμού εκείνου στον οποίο αποδίδεται η πράξη. Κατ’ εξαίρεση η ενέργεια της ένορκης διοικητικής εξέτασης μπορεί να ανατίθεται και σε μόνιμο δημόσιο υπάλληλο τουλάχιστον με βαθμό Α’ άλλου υπουργείου, ή προκειμένου για νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, του υπουργείου που το εποπτεύει, για τη διασφάλιση της αντικειμενικότητας της ένορκης διοικητικής εξέτασης ή εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι οι οποίοι παρατίθενται στην πράξη ανάθεσης.
    3. Κατά την εξέταση του υπαλλήλου, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 131 παρ. 3 και 133 του παρόντος.
    4. Η ένορκη διοικητική εξέταση ολοκληρώνεται με την υποβολή αιτιολογημένης έκθεσης του υπαλλήλου που την ενεργεί. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται, με όλα τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, στον πειθαρχικώς προϊστάμενο ο οποίος διέταξε τη διενέργεια της εξέτασης. Εφόσον με την έκθεση διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο υπάλληλο, ο πειθαρχικώς προϊστάμενος υποχρεούται να ασκήσει πειθαρχική δίωξη.
    5. Διατάξεις που προβλέπουν τη διενέργεια ένορκων διοικητικών εξετάσεων οποιασδήποτε μορφής από ειδικά όργανα δε θίγονται.
    6. Οι διατάξεις των παρ. 5, 6 και 7 του άρθρου 128, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 130 και 132 του παρόντος, εφαρμόζονται αναλόγως.

    Άρθρο 128
    Πειθαρχική ανάκριση

    1. Πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται υποχρεωτικά κατά τη διαδικασία ενώπιον του υπηρεσιακού συμβουλίου. Κατ΄ εξαίρεση δεν είναι υποχρεωτική η ανάκριση στις ακόλουθες περιπτώσεις :
    α) όταν τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος προκύπτουν από το φάκελο κατά τρόπο αναμφισβήτητο,
    β) όταν ο υπάλληλος ομολογεί με την απολογία του κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση ότι διέπραξε το πειθαρχικό παράπτωμα,
    γ) όταν ο υπάλληλος συλλαμβάνεται επ΄ αυτοφώρω κατά τη διάπραξη ποινικού αδικήματος που αποτελεί συγχρόνως και πειθαρχικό παράπτωμα,
    δ) όταν έχει προηγηθεί ανάκριση ή προανάκριση συμφώνως με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για ποινικό αδίκημα που αποτελεί και πειθαρχικό παράπτωμα,
    ε) όταν έχει διενεργηθεί, πριν την έκδοση του παραπεμπτηρίου εγγράφου ή της ένστασης, ΕΔΕ ή άλλη ένορκη εξέταση κατά την οποία διαπιστώθηκε διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο υπάλληλο. Το ίδιο ισχύει όταν η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος προκύπτει από έκθεση δικαστικού οργάνου ή άλλου ελεγκτικού οργάνου της διοίκησης.
    2. Η πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται από υπάλληλο που μπορεί να είναι και μέλος του Υπηρεσιακού Συμβουλίου τουλάχιστον ομοιόβαθμο του διωκομένου .
    3. Δεν ενεργούν πειθαρχική ανάκριση : α) τα πρόσωπα κατά των οποίων στρέφεται το πειθαρχικό παράπτωμα, β) οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι που έχουν εκδόσει την πειθαρχική απόφαση η οποία κρίνεται κατ΄ ένσταση, γ) τα πρόσωπα που έχουν ενεργήσει ένορκη διοικητική εξέταση και δ) τα πρόσωπα που έχουν ασκήσει την πειθαρχική δίωξη. Ο εγκαλούμενος δικαιούται μέσα σε τρεις ημέρες από την κλήση του για εξέταση να ζητήσει την εξαίρεση εκείνου που διεξάγει την ανάκριση με έγγραφη αίτηση. Στην αίτηση πρέπει να εκτίθενται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο οι λόγοι της εξαίρεσης και να αναφέρονται τα στοιχεία στα οποία θεμελιώνονται οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί. Για την αίτηση εξαίρεσης αποφασίζει το υπηρεσιακό συμβούλιο χωρίς τη συμμετοχή εκείνου, του οποίου ζητείται η εξαίρεση, που αναπληρώνεται νομίμως. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, οι ανακριτικές πράξεις που στο μεταξύ ενεργήθηκαν, είναι άκυρες και επαναλαμβάνονται εξ αρχής.
    4. Όποιος διεξάγει ανάκριση, δικαιούται να ενεργήσει ανακριτικές πράξεις και εκτός της έδρας του. Επίσης δικαιούται να ζητήσει την ενέργεια ανακριτικών πράξεων και εκτός της έδρας του από οποιαδήποτε διοικητική αρχή.
    5. Η πειθαρχική ανάκριση είναι μυστική.
    6. Η πειθαρχική ανάκριση μπορεί να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου υπαλλήλου εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία.
    7. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος ο οποίος ορίζεται από τον ενεργούντα την ανάκριση .

    Άρθρο 129
    Ανακριτικές πράξεις
    1. Ανακριτικές πράξεις είναι:
    α) η αυτοψία,
    β) η εξέταση μαρτύρων,
    γ) η πραγματογνωμοσύνη
    δ) η εξέταση του διωκομένου.
    2. Δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ανακριτικής πράξης θέμα που κατά το νόμο καλύπτεται α) από το απόρρητο της υπηρεσίας, εκτός
    αν συμφωνεί η αρμόδια αρχή ή β) από το κατά νόμο επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο.
    3. Για την ανακριτική πράξη συντάσσεται έκθεση που υπογράφεται από όσους συνέπραξαν. Αν κάποιος απ΄ αυτούς είναι αναλφάβητος ή αρνείται να υπογράψει ή βρίσκεται σε φυσική αδυναμία να υπογράψει, γίνεται σχετική μνεία στην έκθεση.

    Άρθρο 130
    Αυτοψία
    1. Με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 128 του παρόντος, η αυτοψία διενεργείται αυτοπροσώπως από εκείνον που διεξάγει την πειθαρχική ανάκριση με την παρουσία γραμματέα .
    2. Η αυτοψία δημόσιων εγγράφων ή εγγράφων ιδιωτικών που έχουν κατατεθεί σε δημόσια αρχή, ενεργείται στο γραφείο όπου φυλάσσονται.
    3. ΄Εγγραφα που κατέχονται από ιδιώτη, παραδίδονται στον ανακριτή και επιστρέφονται υποχρεωτικώς μετά το τέλος της πειθαρχικής διαδικασίας. Ο ανακριτής, ύστερα από αίτηση του ιδιώτη, υποχρεούται να χορηγεί ατελώς απόδειξη παραλαβής και επίσημο αντίγραφο των εγγράφων που παραλήφθηκαν. Κατ’ εξαίρεση η αυτοψία ιδιωτικών εγγράφων, τα οποία είναι απολύτως αναγκαία για τη διεκπεραίωση τρέχουσας υπόθεσης του κατόχου τους ή άλλου προσώπου, διενεργείται από τον ανακριτή στον τόπο όπου βρίσκονται.
    Άρθρο 131
    Μάρτυρες
    1. Οι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
    2. Η μη εμφάνιση ή η άρνηση κατάθεσης του μάρτυρα χωρίς εύλογη αιτία αποτελεί πλημμέλημα. Εύλογη αιτία θεωρείται και η συγγένεια του διωκόμενου με το μάρτυρα σε ευθεία γραμμή ή έως και τον δεύτερο βαθμό σε πλάγια γραμμή.
    3. Ο διωκόμενος δικαιούται κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής ανάκρισης και της ένορκης διοικητικής εξέτασης και μέχρι το τέλος της εξέτασής του να ζητήσει εγγράφως την εξέταση μαρτύρων. Ο ανακριτής υποχρεούται να εξετάσει πέντε τουλάχιστον από τους προτεινόμενους μάρτυρες.

    Άρθρο 132
    Πραγματογνώμονες

    Ως πραγματογνώμονες ορίζονται δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και ο.τ.α. καθώς και αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος. Οι πραγματογνώμονες πριν από τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, ορκίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

    Άρθρο 133
    Εξέταση διωκομένου
    Κατά την πειθαρχική ανάκριση καλείται οπωσδήποτε για εξέταση ο διωκόμενος υπάλληλος. Ο υπάλληλος εξετάζεται ανωμοτί και μπορεί να παρίσταται μετά δικηγόρου. Η μη προσέλευση του διωκομένου ή η άρνησή του να εξετασθεί, δεν εμποδίζει την πρόοδο της ανάκρισης.

    Άρθρο 134
    Ενέργειες μετά την ανάκριση

    1. Ο πρόεδρος του υπηρεσιακού συμβουλίου όταν λάβει το παραπεμπτήριο έγγραφο, ορίζει ως εισηγητή της πειθαρχικής υπόθεσης ένα από τα μέλη του συμβουλίου, στο οποίο και παραδίδεται ο φάκελος.
    2. Ο πρόεδρος του υπηρεσιακού συμβουλίου, όταν διαβιβαστεί σε αυτόν το πόρισμα της πειθαρχικής ανάκρισης, ή, σε περίπτωση μη διενέργειας ανάκρισης κατά το άρθρο 128 παρ. 1 του παρόντος, όταν κρίνει ότι η υπόθεση είναι ώριμη για συζήτηση, την εισάγει στο υπηρεσιακό συμβούλιο για να αποφασίσει την κλήση σε απολογία του διωκόμενου υπαλλήλου ή την απαλλαγή του χωρίς αυτή.
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
    ΑΠΟΛΟΓΙΑ
    Άρθρο 135
    Κλήση σε απολογία
    1. Πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται, εάν ο υπάλληλος δεν κληθεί προηγουμένως σε απολογία. Η εξέταση του διωκόμενου κατά το στάδιο της ένορκης διοικητικής εξέτασης ή της πειθαρχικής ανάκρισης δεν αναπληρώνει την κλήση σε απολογία.
    2. Στην κλήση σε απολογία καθορίζεται σαφώς το αποδιδόμενο πειθαρχικό παράπτωμα και τάσσεται εύλογη προθεσμία για απολογία. Η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να είναι βραχύτερη από δύο ημέρες, όταν ο υπάλληλος καλείται σε απολογία από τον πειθαρχικώς προϊστάμενο και από τρεις ημέρες όταν αυτός καλείται από συμβούλιο. Η προθεσμία για απολογία μπορεί να παραταθεί μία μόνο φορά και έως το τριπλάσιο της αρχικής προθεσμίας μετά από αιτιολογημένη έγγραφη αίτηση του διωκομένου. Εκπρόθεσμη απολογία λαμβάνεται υποχρεωτικώς υπόψη, εφόσον υποβάλλεται πριν από την έκδοση της απόφασης.
    Η παράλειψη της κλήσης σε απολογία καλύπτεται από την υποβολή έγγραφης απολογίας.
    3. Όταν μετά την κλήση του διωκομένου σε απολογία ακολουθεί παραπομπή σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 118 του παρόντος σε ανώτερο πειθαρχικώς προϊστάμενο ή στο υπηρεσιακό συμβούλιο ή στα όργανα του άρθρου 116 του παρόντος, δεν απαιτείται νέα κλήση σε απολογία.
    4. Μετά την κλήση σε απολογία η υπόθεση περατούται με την έκδοση απόφασης.

    Άρθρο 136
    Απολογία

    1. Η απολογία υποβάλλεται εγγράφως. Ενώπιον συλλογικού πειθαρχικού οργάνου επιτρέπεται στο διωκόμενο και η προφορική συμπληρωματική απολογία.
    2. Η απολογία παραδίδεται με απόδειξη στο όργανο το οποίο καλεί σε απολογία. Μπορεί όμως και να αποσταλεί ταχυδρομικώς με συστημένη επιστολή ή να κατατεθεί σε δημόσια αρχή για αποστολή. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου το εμπρόθεσμο της υποβολής της κρίνεται από το χρόνο της ταχυδρόμησης ή της κατάθεσης στη δημόσια αρχή.
    3. Πριν από την απολογία ο διωκόμενος έχει δικαίωμα να λάβει γνώση του φακέλου της πειθαρχικής υπόθεσης. Το γεγονός ότι έλαβε γνώση, αποδεικνύεται με πράξη η οποία υπογράφεται από τον υπάλληλο, ο οποίος τηρεί το φάκελο και το διωκόμενο ή μόνο από τον πρώτο, αν ο δεύτερος αρνηθεί να υπογράψει. Αν ο διωκόμενος υπάλληλος δεν υπηρετεί στην έδρα του οργάνου που τον καλεί σε απολογία, του χορηγείται σχετική άδεια.
    4. Με την απολογία του ο υπάλληλος έχει δικαίωμα να ζητήσει εύλογη προθεσμία για να υποβάλει έγγραφα στοιχεία. Η παροχή της προθεσμίας και η διάρκειά της εναπόκειται στην κρίση του οργάνου το οποίο τον καλεί σε απολογία.
    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
    ΄Αρθρο 137
    Προσδιορισμός δικασίμου - Παράσταση διωκόμενου
    1. Μετά την υποβολή της απολογίας ή την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής της ο πρόεδρος του υπηρεσιακού συμβουλίου προσδιορίζει με πράξη του την ημέρα κατά την οποία θα συζητηθεί η υπόθεση. Η ημέρα, η ώρα και ο τόπος της συνεδρίασης ανακοινώνονται εγγράφως στο διωκόμενο πριν από τέσσερις τουλάχιστον ημέρες.
    2. Ο διωκόμενος υπάλληλος έχει δικαίωμα να παραστεί είτε αυτοπροσώπως είτε δια ή μετά πληρεξουσίου δικηγόρου ενώπιον των υπηρεσιακών συμβουλίων και των διοικητικών συμβουλίων των ν.π.δ.δ.. Η μη προσέλευση του διωκόμενου δεν εμποδίζει την πρόοδο της διαδικασίας.
    3. Αν το υπηρεσιακό συμβούλιο κρίνει ανεπαρκή τα αποδεικτικά στοιχεία, αναβάλλει την κρίση της υπόθεσης και διατάσσει συμπληρωματική ανάκριση.
    4. Η υπηρεσία του διωκομένου υποχρεούται να του χορηγεί ανάλογη άδεια για να προσέλθει ενώπιον συλλογικού πειθαρχικού οργάνου κατά την κρίση της υπόθεσής του.

    ΄Αρθρο 138
    Κωλύματα και εξαίρεση μελών υπηρεσιακού συμβουλίου

    1. Μέλη του υπηρεσιακού συμβουλίου που δε δικαιούνται να διεξάγουν ανάκριση σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 128 του παρόντος ή έχουν διενεργήσει πειθαρχική ανάκριση στην κρινόμενη υπόθεση, κωλύονται να μετάσχουν στη σύνθεσή του κατά την κρίση της υπόθεσης αυτής.
    2. Ο διωκόμενος μπορεί με έγγραφη αίτησή του να ζητήσει την εξαίρεση μελών του υπηρεσιακού συμβουλίου με την προϋπόθεση ότι με τα υπόλοιπα μέλη υπάρχει απαρτία. Η αίτηση αυτή που υποβάλλεται δύο τουλάχιστον ημέρες πριν από την συζήτηση της υπόθεσης, πρέπει να περιέχει κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο τους λόγους της εξαίρεσης και να συνοδεύεται από τα στοιχεία με τα οποία αυτοί αποδεικνύονται. Για την αίτηση εξαίρεσης το υπηρεσιακό συμβούλιο αποφασίζει αιτιολογημένα με συμμετοχή των νομίμων αναπληρωτών των μελών των οποίων ζητείται η εξαίρεση. Τα μέλη που εξαιρούνται, αντικαθίστανται από τα αναπληρωματικά τους. Αν εξαιρεθεί το τακτικό και το αναπληρωματικό του μέλος, το συμβούλιο συνεδριάζει με τα υπόλοιπα μέλη του εφόσον έχει απαρτία. Η εξαίρεση αναπληρωματικού μέλους μπορεί να ζητηθεί και την ημέρα της συνεδρίασης. Στην περίπτωση αυτή το συμβούλιο αποφασίζει αμέσως επί της αιτήσεως εξαιρέσεως με τα υπόλοιπα μέλη του.
    3. Στην περίπτωση της παρ. 4 του άρθρου 128 του παρόντος αποκλείεται να μετάσχει στο υπηρεσιακό συμβούλιο ο ανακριτής ή αυτός που συμμετείχε στο υπηρεσιακό συμβούλιο κατά την πρώτη κρίση.
    Δεν μπορούν να εξαιρεθούν μέλη τακτικά ή αναπληρωματικά περισσότερα από τα απαιτούμενα για να έχει το υπηρεσιακό συμβούλιο απαρτία.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    ΄Αρθρο 139
    Κοινοποιήσεις στο διωκόμενο

    Η κλήση σε απολογία και κάθε πρόσκληση ή ειδοποίηση του διωκόμενου επιδίδονται με δημόσιο όργανο στον ίδιο προσωπικά ή στην κατοικία του σε πρόσωπο με το οποίο συνοικεί. Εάν δεν καταστεί δυνατή η επίδοση, το έγγραφο της κλήσης σε απολογία τοιχοκολλάται στο κατάστημα της υπηρεσίας του υπαλλήλου και συντάσσεται πρωτόκολλο που υπογράφεται από ένα μάρτυρα. Για την επίδοση αυτή συντάσσεται αποδεικτικό. Σε περίπτωση άρνησης παραλαβής αυτός που διενεργεί την επίδοση, συντάσσει πράξη στην οποία βεβαιώνεται η άρνηση. Αν ο υπάλληλος είναι άγνωστης διαμονής, το έγγραφο της κλήσης σε απολογία τοιχοκολλάται στο κατάστημα της υπηρεσίας του και συντάσσεται σχετικό αποδεικτικό.





    ΄Αρθρο 140
    Εκτίμηση αποδείξεων

    1. Το πειθαρχικό όργανο εκτιμά ελευθέρως τις αποδείξεις. Για να μορφώσει την κρίση του, μπορεί να λάβει υπόψη του και αποδεικτικά στοιχεία που δεν προκύπτουν από την πειθαρχική διαδικασία αλλά από άλλη νόμιμη διαδικασία, εφ΄ όσον έλαβε γνώση τους ο διωκόμενος.
    2. Συναφή πειθαρχικά παραπτώματα τα οποία διαπιστώνονται κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της ίδιας πειθαρχικής κρίσης μόνον εφόσον ο διωκόμενος κληθεί σε απολογία και γι΄ αυτά.
    3. Η κρίση πρέπει να στηρίζεται σε αποδεδειγμένα πραγματικά γεγονότα και να είναι ειδικώς αιτιολογημένη.

    ΄Αρθρο 141
    Πειθαρχική απόφαση

    1. Η πειθαρχική απόφαση διατυπώνεται εγγράφως.
    2. Στην απόφαση μνημονεύονται : α) ο τόπος και ο χρόνος έκδοσής της, β) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του μονομελούς πειθαρχικού οργάνου ή των μελών του συλλογικού πειθαρχικού οργάνου, γ) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του κρινομένου, δ) τα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος, προσδιορισμένα κατά τόπο και χρόνο, ε) η υποβολή ή όχι απολογίας, στ) η αιτιολογία της απόφασης, ζ) η γνώμη των μελών του συλλογικού οργάνου που μειοψήφησαν και η) η απαλλαγή του κρινομένου ή η ποινή που του επιβάλλεται.
    Η παράλειψη των στοιχείων που αναφέρονται στα εδάφια α΄, β΄ και γ΄, εκτός του ονοματεπωνύμου, δεν συνεπάγεται ακυρότητα της απόφασης, εφόσον αυτά προκύπτουν από το φάκελο της υπόθεσης.

    3. Η πειθαρχική απόφαση υπογράφεται από το όργανο που την εκδίδει. ΄Οταν αυτή εκδίδεται από συλλογικό όργανο, υπογράφεται από τον πρόεδρο και το γραμματέα.
    4. Η πειθαρχική απόφαση κοινοποιείται σε αντίγραφο με τη φροντίδα της υπηρεσίας στον υπάλληλο και γνωστοποιείται στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση. Η κοινοποίηση της απόφασης στον υπάλληλο ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 139 του παρόντος. Στον υπάλληλο γνωστοποιούνται επίσης τα ένδικα μέσα που δικαιούται να ασκήσει.
    5. Η πειθαρχική απόφαση δεν ανακαλείται. Ανάκληση της πειθαρχικής απόφασης επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση σε περίπτωση πρόδηλης παρανομίας. Ανάκληση πειθαρχικής απόφασης μονομελούς οργάνου γίνεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου. Πειθαρχική απόφαση που υπόκειται σε ένσταση, δεν ανακαλείται.
    Η αίτηση για ανάκληση της πειθαρχικής απόφασης υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 60 ημερών από την κοινοποίησή της στον υπάλληλο.
    Αν η ανάκληση δεν γίνει εντός τριμήνου, λογίζεται ότι το αίτημα της ανάκλησης έχει απορριφθεί.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
    ΕΝΣΤΑΣΗ - ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
    ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

    ΄Αρθρο 142
    Ένσταση

    1. Οι αποφάσεις των πειθαρχικώς προϊσταμένων, εκτός αυτών που ορίζονται στο άρθρο 121, παρ. 2, περ. (α), καθώς και των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του παρόντος, υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου.

    2. Οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων που κρίνουν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, από τον υπάλληλο που τιμωρήθηκε, στις περιπτώσεις επιβολής της πειθαρχικής ποινής του προστίμου αποδοχών δύο (2) μηνών και άνω, της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή, του υποβιβασμού, της προσωρινής και οριστικής παύσης. 'Ολες οι αποφάσεις των υπηρεσιακών συμβουλίων που κρίνουν σε πρώτο βαθμό υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου, υπέρ της διοίκησης, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο β' της επόμενης παραγράφου.
    Οι μη οριστικές αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 141 του παρόντος υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου από τον υπάλληλο ή τη διοίκηση.
    3. Ένσταση ενώπιον του πρωτοβάθμιου ή δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου δικαιούνται να ασκήσουν: α) ο υπάλληλος που τιμωρήθηκε και β) υπέρ της διοίκησης ή υπέρ του υπαλλήλου κάθε ανώτερος πειθαρχικώς προϊστάμενος, οι πρόεδροι των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του παρόντος και ο υπουργός ή ο γενικός γραμματέας περιφέρειας που ασκεί εποπτεία στο νομικό πρόσωπο.
    4. Η ένσταση ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον υπάλληλο ή από την περιέλευσή της στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τριάντα ημέρες για εκείνους που διαμένουν στο εξωτερικό.
    5. Τα πειθαρχικά συμβούλια (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμιο), όταν κρίνουν μετά από ένσταση του υπαλλήλου ή υπέρ του, δεν μπορούν να χειροτερεύουν τη θέση του. ΄Οταν κρίνουν ένσταση υπέρ της διοίκησης, δεν μπορούν να επιβάλουν ελαφρότερη ποινή από αυτήν που επιβλήθηκε. ΄Οταν ασκούνται ενστάσεις τόσο από τον υπάλληλο όσο και υπέρ της διοίκησης, το πειθαρχικό συμβούλιο τις κρίνει από κοινού και δεν δεσμεύεται ως προς την ποινή που θα επιβάλει.
    6. Η προθεσμία για την άσκηση ένστασης και η άσκησή της αναστέλλουν την εκτέλεση της πειθαρχικής απόφασης με εξαίρεση τις πειθαρχικές ποινές στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή και της προσωρινής και οριστικής παύσης.
    Ειδικές διατάξεις που ρυθμίζουν την υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων κατά το χρόνο της αναστολής διατηρούνται σε ισχύ.
    7. Η ένσταση κατά των αποφάσεων των πειθαρχικώς προϊσταμένων κατατίθεται στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο. Η ένσταση κατά αποφάσεων του πρωτοβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου κατατίθεται σ’ αυτό, το οποίο τη διαβιβάζει αμελλητί στο δευτεροβάθμιο με τον πλήρη φάκελο της απόφασης.
    8. Τα δευτεροβάθμια υπηρεσιακά συμβούλια δεν μπορούν να χειροτερεύσουν τη θέση του υπαλλήλου όταν η ένσταση ασκείται από τον ίδιο ή υπέρ αυτού.

    ΄Αρθρο 143
    Επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας
    1. Την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, σύμφωνα με την παρ. 4 και 5 του άρθρου 114 του παρόντος, μπορούν να ζητήσουν τα όργανα των παρ. 1 και 2 του άρθρου 124 του παρόντος, όταν έχει εκδοθεί καταδικαστική ποινική απόφαση και ο υπάλληλος, όταν έχει εκδοθεί αθωωτική ποινική απόφαση εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) έτους από τη δημοσίευσή της.
    2. Η αίτηση για την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας απευθύνεται στο οικείο πρωτοβάθμιο ή δευτεροβάθμιο κατά περίπτωση πειθαρχικό συμβούλιο, στο οποίο υπαγόταν ο υπάλληλος κατά το χρόνο τέλεσης του παραπτώματος.
    3. Αν έχει εκδοθεί καταδικαστική ποινική απόφαση, κατά την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας, μπορεί να επιβληθεί πειθαρχική ποινή ανώτερη από αυτήν που είχε επιβληθεί. Αν έχει εκδοθεί αθωωτική ποινική απόφαση, μπορεί να επιβληθεί ελαφρότερη ποινή ή να απαλλαγεί ο υπάλληλος. ΄Οταν ο υπάλληλος είχε τιμωρηθεί με οριστική ή προσωρινή παύση ή υποβιβασμό, το υπηρεσιακό συμβούλιο μπορεί κατά την επανάληψη της πειθαρχικής διαδικασίας να αποφασίσει και τη βαθμολογική ή μισθολογική του αποκατάσταση . Αν δεν υπάρχει κενή θέση, ο υπάλληλος παραμένει υπεράριθμος και καταλαμβάνει την πρώτη θέση που θα κενωθεί.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
    ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ-
    ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΠΟΙΝΩΝ
    ΔΑΠΑΝΕΣ

    ΄Αρθρο 144
    Εκτέλεση απόφασης

    1. Η τελεσίδικη απόφαση εκτελείται υποχρεωτικώς. Η εκτέλεση γίνεται από την οικεία υπηρεσία ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Παράλειψη εκτέλεσης της ποινής αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.
    2. Σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής κατά απόφασης που επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης, η λύση της υπαλληλικής σχέσης επέρχεται αυτοδικαίως από τη δημοσίευση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας.
    3. Κατά το χρόνο της προσωρινής παύσης ο υπάλληλος απέχει από κάθε υπηρεσία. Ο χρόνος της προσωρινής παύσης δεν θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας.
    4. Όποιος τιμωρείται με υποβιβασμό, δεν κρίνεται για προαγωγή πριν περάσει από την επιβολή της ποινής χρονικό διάστημα ίσο με το μισό του χρόνου που απαιτείται για προαγωγή.
    5. Η επιβολή της ποινής της στέρησης του δικαιώματος για προαγωγή περιλαμβάνει και το δικαίωμα επιλογής σε βαθμίδες καθηκόντων.
    6. Η πειθαρχική απόφαση η οποία επιβάλλει πρόστιμο, εκτελείται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας που εντέλλεται την πληρωμή των αποδοχών του υπαλλήλου. Αν λυθεί η υπαλληλική σχέση, το πρόστιμο εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα για την είσπραξη δημοσίων εσόδων. Για την καταβολή βαρύνεται αποκλειστικά ο υπάλληλος που τιμωρήθηκε και όχι οι κληρονόμοι του.
    Το πρόστιμο υπολογίζεται στις αποδοχές που λαμβάνει ο υπάλληλος κατά το χρόνο έκδοσης της πρωτοβάθμιας πειθαρχικής απόφασης. Όταν αυτό ορίζεται έως στο 1/5 των αποδοχών του, παρακρατείται εφάπαξ από τις αποδοχές του πρώτου μήνα μετά την τελεσιδικία της απόφασης. ΄Οταν είναι μεγαλύτερο, παρακρατείται τμηματικώς κατά μήνα.
    Η μηνιαία παρακράτηση καθορίζεται με την πειθαρχική απόφαση και δεν επιτρέπεται να είναι ανώτερη από το ένα πέμπτο (1/5) των αποδοχών του υπαλλήλου.

    ΄Αρθρο 145
    Διαγραφή πειθαρχικών ποινών

    1. Διαγράφονται αυτοδικαίως η ποινή της επίπληξης μετά τρία (3) έτη, του προστίμου μετά πέντε (5) έτη και οι λοιπές ποινές, εκτός από την ποινή της οριστικής παύσης, μετά δέκα (10) έτη, εφόσον κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα ο υπάλληλος δεν τιμωρήθηκε με άλλη ποινή. Ο χρόνος της διαγραφής υπολογίζεται από την εκτέλεση της πειθαρχικής ποινής.
    2. Ο πειθαρχικός φάκελος ποινής που διαγράφεται, αφαιρείται από το προσωπικό μητρώο του υπαλλήλου, τίθεται στο αρχείο της υπηρεσίας και δεν επιτρέπεται εφεξής να αποτελεί στοιχείο κρίσης του.

    ΄Αρθρο 146
    Δαπάνες πειθαρχικής διαδικασίας

    1. Η πειθαρχική διαδικασία διεξάγεται ατελώς.
    2. Όταν διατάσσεται πραγματογνωμοσύνη, οι αμοιβές των πραγματογνωμόνων εκκαθαρίζονται από το πειθαρχικό όργανο και καταβάλλονται από το δημόσιο ή το οικείο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.

    Συγνώμη αλλά αυτό που έβαλες στο σποιλερ το πιστεύεις;

  3. #33
    Το avatar του μέλους nikoslikos
    nikoslikos Guest
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από aroutis Εμφάνιση μηνυμάτων
    Τις πληρώνεις κάθε χρόνο από τους φόρους σου; Γιατί αυτό κάνεις για το δημόσιο.

    Αν μια ιδιωτική εταιρία θέλει να δουλεύει μη αποτελεσματικά ειναι δικαιώμά της, όπως και δικαίωμά της ειναι να λάβει τις συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης.
    εάν αρθεί η μονιμότητα θα πάψεις να τους πληρώνεις?
    εάν αρθεί η μονιμότητα και εξακολουθούν να λειτουργούν όπως λειτουργούν γιατί δεν υπάρχει βούληση για κυρώσεις θα τους πληρώνεις ποιο εύκολα?
    το πρόβλημα είναι η μονιμότητα στο ΔΤ ή ανικανότητα τους για επιβολή ποινών ?

    ........Auto merged post: nikoslikos πρόσθεσε 5 λεπτά και 39 δευτερόλεπτα αργότερα ........

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sdikr Εμφάνιση μηνυμάτων
    Συγνώμη αλλά αυτό που έβαλες στο σποιλερ το πιστεύεις;
    το πιστεύω ? ναι πιστεύω ότι υπάρχει.
    γιατί δεν τηρείται δεν ξέρω.
    Τελευταία επεξεργασία από το μέλος nikoslikos : 27-07-10 στις 00:06. Αιτία: auto merged post

  4. #34
    Το avatar του μέλους sdikr
    sdikr Guest
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από nikoslikos Εμφάνιση μηνυμάτων


    το πιστεύω ? ναι πιστεύω ότι υπάρχει.
    γιατί δεν τηρείται δεν ξέρω.

    Γιατί έχουν την επιλογή της επίπληξης

    ντα κακό παιδι

  5. #35
    Το avatar του μέλους nikoslikos
    nikoslikos Guest
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sdikr Εμφάνιση μηνυμάτων
    Γιατί έχουν την επιλογή της επίπληξης

    ντα κακό παιδι
    να είσαι σίγουρος ότι αυτή την επιλογή θα την έχουν και μετά.

  6. #36
    Το avatar του μέλους sdikr
    sdikr Guest
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από nikoslikos Εμφάνιση μηνυμάτων
    να είσαι σίγουρος ότι αυτή την επιλογή θα την έχουν και μετά.
    Ξέρεις στα δελτία παραπόνων σε ιδιωτική εταιρία, αν κάποιος λάβει κακή βαθμολόγηση για κάποιο τι γίνεται;

  7. #37
    Το avatar του μέλους nikoslikos
    nikoslikos Guest
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sdikr Εμφάνιση μηνυμάτων
    Ξέρεις στα δελτία παραπόνων σε ιδιωτική εταιρία, αν κάποιος λάβει κακή βαθμολόγηση για κάποιο τι γίνεται;
    από πολλά ως τίποταEdit: [ εάν τα βρεις ] , το θέμα όμως είναι, ότι τα μέσα υπάρχουν και τώρα για κυρώσεις αλλά δεν εφαρμόζονται ,τη σε κάνει να πιστεύεις ότι θα αλλάξει κάτι, και δεν είναι απλά το καρότο?

  8. #38
    Εγγραφή
    03-11-2005
    Μηνύματα
    267
    Downloads
    11
    Uploads
    0
    Τύπος
    PSTN
    Ταχύτητα
    8192/384
    ISP
    OTEnet
    DSLAM
    ΟΤΕ - ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
    Router
    FritzBoxFon 7050
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από Rebel Scum Εμφάνιση μηνυμάτων
    Άλλοι από εκεί....το κλέψιμο που έριξαν με τις επιδοτήσεις (50% παρακαλώ) για την ανανέωση των πούλμαν είναι για σεμινάριο. Κάθε πούλμαν πρέπει να "ανανεώθηκε" 2-3 φορές.
    Η επιδότηση από το κράτος ήταν 30% (ν2963/2001). Το υπόλοιπο 70% από την τσέπη του ιδιοκτήτη (60% άμεσα και 10% από υποχρεωτική δημιουργία αποθεματικού από τον τζίρο του).
    Η διαδικασία απλή. Αποχαρακτηρίζεις το παλιό λεωφορείο (αποξενώνεις δηλαδή το όχημα από την άδεια) και χαρακτηρίζεις το καινούριο (ενσωματώνεις την άδεια στο καινούριο).
    Αν μου πεις πως θα μπορούσε να κερδίσει (κλεψει το είπες εσύ...) κάποιος με την "ανανέωση" 2-3 φορές πληρώνοντας το 70% από την τσέπη του θα σου ήμουν ευγνώμων...

    Επίσης οι πληροφορίες μου λένε ότι δεν υπάρχει ευρωπαϊκή υποχρέωση για απελευθέρωση των οδικών επιβατικών μεταφορών. Μάλλον τα ΚΤΕΛ έχουν τόση δύναμη που μέχρι και την πλειοψηφία των ευρωβουλευτών έχουν "διαφθείρει"
    Άρα το 2019 μπορεί να γίνει 2029...2039..... Ας κόψουμε λίγο την πλάκα.....

    Και λίγο πιο σοβαρή συζήτηση τώρα σε σχέση με την απελευθέρωση των επαγγελμάτων.
    Η απελευθέρωση στα φορτηγά είναι όντως μεγάλο πλήγμα για τους φορτηγατζήδες.
    Βέβαια πληρώνουν τώρα την ανυπαρξία οργάνωσης των επιχειρήσεων τους αφού δεν είχαν καταλάβει τόσα χρόνια ότι ήταν επιχειρηματίες και όχι απλά οδηγοί των αυτοκινήτων τους. Όσο δε για την αξία της άδειας των φορτηγών όντως αυτή ήταν "αέρας"!!!! Που βέβαια από κάποιους πληρώθηκε, μην το ξεχνάμε κι αυτό...άρα έχουν το δίκιο τους να φωνάζουν...αλλά ας πρόσεχαν.

    Αντίθετα, όσο και αν φαίνεται παράξενο, οι λεωφορειούχοι μετέχοντας σε σχήματα όπως Κοινά Ταμεία Εισπράξεων Λεωφορείων παλιότερα όσο και ως Α.Ε. μετά το 2001, όπου υποχρεωτικά ακολουθούσαν μια κοινή πορεία έχουν οργανωθεί πολύ καλύτερα.
    Όλα όσα προσπαθεί ο Ρέππας να περάσει τώρα για τα φορτηγά (οργάνωση σε εταιρίες, σταθμοί κτλ) τα ΚΤΕΛ τα έχουν ήδη έτοιμα και ότε γίνει η απελευθέρωση (όποτε γίνει) θα αντιμετωπίσουν πολύ λιγότερα προβλήματα. Επιπλέον η αξία της άδειας ενός λεωφορείου συμπεριλαμβάνει όλες τις υποδομές που ανήκουν στα ΚΤΕΛ (για παράδειγμα πόσοι γνωρίζετε ότι ο σταθμός των λεωφορείων στη Θεσσαλονίκη ανήκει 100% στους λεωφορειούχους) και δεν είναι "αέρας".....

  9. #39
    Εγγραφή
    18-09-2007
    Περιοχή
    Αθήνα
    Ηλικία
    43
    Μηνύματα
    4.558
    Downloads
    1
    Uploads
    0
    Τύπος
    VDSL2
    Ταχύτητα
    107.4 Mbps/10.7 Mbps
    ISP
    Vodafone
    Path Level
    Interleaved
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Η επιδότηση από το κράτος ήταν 30% (ν2963/2001). Το υπόλοιπο 70% από την τσέπη του ιδιοκτήτη (60% άμεσα και 10% από υποχρεωτική δημιουργία αποθεματικού από τον τζίρο του).
    Η διαδικασία απλή. Αποχαρακτηρίζεις το παλιό λεωφορείο (αποξενώνεις δηλαδή το όχημα από την άδεια) και χαρακτηρίζεις το καινούριο (ενσωματώνεις την άδεια στο καινούριο).
    Αν μου πεις πως θα μπορούσε να κερδίσει (κλεψει το είπες εσύ...) κάποιος με την "ανανέωση" 2-3 φορές πληρώνοντας το 70% από την τσέπη του θα σου ήμουν ευγνώμων...
    Η επιδότηση για τα ΚΤΕΛ είναι 50% και για τα τουριστικά ΔΧ είναι 25%.

    Η απλή διαδικασία που αναφέρεις είναι διάτρητη. Με λίγη βοήθεια από τους υπαλλήλους του υπουργείου και τους αντιπρόσωπους των εταιρειών (θες να σου πω και τα ονόματα σε pm?) τα κουφάρια αποχαρακτηρίζονται πάνω από μια φορές.

    Επιπλέον τα καινούργια που πρέπει να τα κρατήσουν για ορισμένο χρονικό διάστημα συχνά πωλούνται αμέσως μετά την αγορά του ως ελαφρώς μεταχειρισμένα σε κανονική τιμή και αντικαθίστανται πάλι από παλαιότερα (πάντα με την απαραίτητη συνεργασία "λειτουργών" του κράτους).

    Το τρίτο κομμάτι της ρεμούλας είναι η υπερτιμολόγηση των οχημάτων με το κράτος να πληρώνει επιδότηση σε πλασματική αξία όχι στην κανονική. θα με ρωτήσεις γιατί να συμμετέχει ο έμπορος σε υπερτιμολόγηση; Για να δείξει έσοδα που δεν έχει; Αν έχεις θυγατρική στην Κύπρο ή στην Βουλγαρία με άλλη φορολογική μεταχείριση αντισταθμίζεις την χασούρα σου και έχεις και πωλήσεις.

    Γελάς ακόμα;
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Επίσης οι πληροφορίες μου λένε ότι δεν υπάρχει ευρωπαϊκή υποχρέωση για απελευθέρωση των οδικών επιβατικών μεταφορών. Μάλλον τα ΚΤΕΛ έχουν τόση δύναμη που μέχρι και την πλειοψηφία των ευρωβουλευτών έχουν "διαφθείρει"
    Άρα το 2019 μπορεί να γίνει 2029...2039..... Ας κόψουμε λίγο την πλάκα.....
    Οι πληροφορίες σου;

    Και δεν κατάλαβα γιατί πρέπει να μας πει η ΕΕ να απελευθερώσουμε ένα κρατικοδίαιτο μονοπώλιο;


    Όσο για την οργάνωση των ΚΤΕΛ πράγματι είναι καλύτερη....πάντα βέβαια με την βοήθεια του κράτους, διάφορα άτοκα και αγύριστα δάνεια, σταθμούς ΚΤΕΛ με χρήματα του κράτους και της ΕΕ. Και βέβαια στην ζούλα τουριστικό έργο που απαγορεύεται


  10. #40
    Εγγραφή
    30-09-2006
    Περιοχή
    Athens, Greece, Greece
    Μηνύματα
    352
    Downloads
    14
    Uploads
    0
    Άρθρα
    6
    Ταχύτητα
    1024/256
    ISP
    Conn-x OTE/Otenet
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από Rebel Scum Εμφάνιση μηνυμάτων
    . . . .
    Ποιος συγκεκριμένα; Γιατί ποτέ ακόμα και σε κακές εταιρείες δεν έχω συναντήσει αυτά που έχω συναντήσει στο Δημόσιο.

    Και φυσικά δεν λέω ότι οι ιδιωτικές εταιρείες λειτουργούν υποδειγματικά αλλά σε καμία περίπτωση το αίσχος του ελληνικού δημοσίου. Και συνήθως μιλάμε για εταιρείες με έλλειψη ανταγωνισμού...εκεί πάμε στα προβλήματα των καρτέλ κτλ.
    Μπα μη το λες… το τι λάδωμα πέφτει.. όπως γεφυροπλάστιγγα σχετικά με το (φορτίο, όγκο-βάρος )
    Και στη συνέχεια στο λιμάνι σχετικά με το (περιεχόμενο) του φορτίου πχ αν θυμάμαι καλά δεν επιτρέπεται η μεταφορά μαζουτ σε επιβατικό καράβι, έτσι λοιπόν (τα γράφουν διαφορετικά στα χαρτιά κατά τη μεταφορά του)… όλα αυτά είναι κοινό μυστικό χρόνους τώρα.. όταν υπάρχει το €€€€€€€ επουλώνονται τα πάντα

    Τώρα βέβαια όλα αυτά θα τα χάσουν οι μεν το μονοπώλιο και οι δε το έξτρα μεροκάματο=λαδώματα (μαύρα) όπου πολλές φορές ξεπερνά και τον κανονικό τους μισθό

    ........Auto merged post: mosaic πρόσθεσε 8 λεπτά και 48 δευτερόλεπτα αργότερα ........

    Μάλιστα ένα από τα ναυάγια που είχαμε τα τελευταία χρόνια, σε επιβατικό καράβι, η αιτία σε μεγάλο ποσοστό ήταν και η παράνομη μεταφορά παραπάνω από το επιτρεπτό φορτηγών και βυτίων,
    όλοι του χώρου είχαν τις ευθύνες τους!
    Αν και νομίζω όλο το βάρος το σήκωσε η πλοιοκτήτρια εταιρεία όλοι οι άλλοι (ομερτα)
    Τελευταία επεξεργασία από το μέλος mosaic : 27-07-10 στις 02:16. Αιτία: auto merged post
    - - «Ανθολογία της Οικονομίας»
    Φιλόμουσοι της Τεχνολογικής Κοινότητας, "Άρωμα Γυναίκας" στο SNR.gr το ραδιόφωνο του ADSLgr.com
    Πρόληψη/Ενημέρωση «Χρέος μας…η ζωή» . . .

  11. #41
    Εγγραφή
    03-11-2005
    Μηνύματα
    267
    Downloads
    11
    Uploads
    0
    Τύπος
    PSTN
    Ταχύτητα
    8192/384
    ISP
    OTEnet
    DSLAM
    ΟΤΕ - ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
    Router
    FritzBoxFon 7050
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από Rebel Scum Εμφάνιση μηνυμάτων
    Η επιδότηση για τα ΚΤΕΛ είναι 50% και για τα τουριστικά ΔΧ είναι 25%.
    Σου έδωσα το νόμο. End of discussion....

    Η απλή διαδικασία που αναφέρεις είναι διάτρητη. Με λίγη βοήθεια από τους υπαλλήλους του υπουργείου και τους αντιπρόσωπους των εταιρειών (θες να σου πω και τα ονόματα σε pm?) τα κουφάρια αποχαρακτηρίζονται πάνω από μια φορές.

    Επιπλέον τα καινούργια που πρέπει να τα κρατήσουν για ορισμένο χρονικό διάστημα συχνά πωλούνται αμέσως μετά την αγορά του ως ελαφρώς μεταχειρισμένα σε κανονική τιμή και αντικαθίστανται πάλι από παλαιότερα (πάντα με την απαραίτητη συνεργασία "λειτουργών" του κράτους).
    Αυτό είναι το σενάριο... Δεν έχει βγει στις αίθουσες ακόμη όμως η ταινία.....
    Είναι φανερό από τα λεγόμενα σου ότι όλα αυτά τα έχεις ακούσει ως φήμες ή μεμονωμένα περιστατικά. Εγώ δεν έχω υπόψη μου καμία τέτοια περίπτωση.
    Αν ήσουν σίγουρος δεν θα χρειαζόταν το pm για τα ονόματα.
    Αν ήξερες τι σημαίνει "εξίσωση συνθηκών εκμετάλευσης" δεν θα τις πίστευες αυτές τις φήμες.

    Το τρίτο κομμάτι της ρεμούλας είναι η υπερτιμολόγηση των οχημάτων με το κράτος να πληρώνει επιδότηση σε πλασματική αξία όχι στην κανονική. θα με ρωτήσεις γιατί να συμμετέχει ο έμπορος σε υπερτιμολόγηση; Για να δείξει έσοδα που δεν έχει; Αν έχεις θυγατρική στην Κύπρο ή στην Βουλγαρία με άλλη φορολογική μεταχείριση αντισταθμίζεις την χασούρα σου και έχεις και πωλήσεις.
    Κατάλαβα ποιον "φωτογραφίζεις". Αλλά και πάλι το κυρίως κέρδος το έχει ο πωλητής από την υπερτιμολόγηση

    Γελάς ακόμα;
    Μη έχοντας πάρει την επιδότηση από πέρισυ το Μάρτιο που έγινε η αντικατασταση και με τις επιταγές να τρέχουν δε γελάω καθόλου.

    Οι πληροφορίες σου;

    Και δεν κατάλαβα γιατί πρέπει να μας πει η ΕΕ να απελευθερώσουμε ένα κρατικοδίαιτο μονοπώλιο;
    Μα όλες οι "απελευθερώσεις" γίνονται κατόπιν "υποδείξεων" της ΕΕ μέχρι τώρα.
    Έγινε και κρατικοδίοαιτο τώρα το μονοπώλιο; Μέχρι τώρα ήταν απλά υπο την "ανοχή του κράτους". Όλο και καλυτερεύει.....

    Όσο για την οργάνωση των ΚΤΕΛ πράγματι είναι καλύτερη....πάντα βέβαια με την βοήθεια του κράτους, διάφορα άτοκα και αγύριστα δάνεια, σταθμούς ΚΤΕΛ με χρήματα του κράτους και της ΕΕ. Και βέβαια στην ζούλα τουριστικό έργο που απαγορεύεται
    Για τα δάνεια μόνο κάτι Κρητικοί ήταν "μάγκες" και μπόρεσαν να τους χαριστούν δάνεια και μάλιστα από σοσιαλιστική κυβέρνηση. Όλα τα άλλα πληρώθηκαν μέχρι τελευταίας δεκάρας!
    Συνολικό ποσό επιδοτήσεων (μέσα τα λεωφορεία,περίπου 2500 αντικαταστάσεις, και οι σταθμοί που λες) 118 εκατομύρια € για όλη τη διαρκεια ζωής των ΚΤΕΛ (τα ποσά αφορούν τα έτη μετά το 2004 γιατί από τα μέσα της δεκαετίας του 60 που ξέρω εγώ μέχρι το 2004 δεν υπήρχε δραχμή επιδότηση). Όσο μπαίνει ο ΟΣΕ μέσα σε δυο-τρεις μήνες για να έχουμε και ένα μέτρο σύγκρισης.
    Η τελευταία φράση σου -δεν ξέρω γιατί- με έκανε να πιστέψω ότι έχεις σχέση με οδηγούς (προσοχή όχι ιδιοκτήτες) στα τουριστικά. Έχω καθόλου δίκιο;

  12. #42
    Εγγραφή
    02-11-2003
    Περιοχή
    Επαναπατρισθείς στην Αθήνα
    Ηλικία
    49
    Μηνύματα
    56.427
    Downloads
    64
    Uploads
    73
    Τύπος
    VDSL2
    Ταχύτητα
    102400/10240
    ISP
    Vodafone
    Path Level
    Fastpath
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Αν ήσουν σίγουρος δεν θα χρειαζόταν το pm για τα ονόματα.
    Γιατί;

    Ξέρεις να υπάρχει πραγματική δημοκρατία σε αυτή τη χώρα;

    Ξέρεις να λειτουργούν οι θεσμοί;

    Ξέρεις να εφαρμόζονται οι νόμοι;

    Ξέρεις να λειτουργεί η δικαιοσύνη;

    Ξέρεις να πήγε κάποιος σε δημόσιο αξίωμα φυλακή, είτε για διασπάθιση δημόσιου χρήματος είτε για χρηματισμό;

    ........Auto merged post: WAntilles πρόσθεσε 3 λεπτά και 1 δευτερόλεπτα αργότερα ........

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Όσο μπαίνει ο ΟΣΕ μέσα σε δυο-τρεις μήνες για να έχουμε και ένα μέτρο σύγκρισης.
    "Για να έχουμε και ένα μέτρο σύγκρισης" ο ΟΣΕ - και οποιοσδήποτε ΟΣΕ παγκοσμίως - είναι τουλάχιστο 100 φορές και ίσως και πολύ παραπάνω (δεν έχω πρόχειρα στατιστικά στοιχεία να σου δείξω) ασφαλέστερος από σένα.

    Επίσης ένας σωστός ΟΣΕ (με σωστές χαράξεις) είναι τουλάχιστο 2.5 φορές ταχύτερος από σένα.
    Τελευταία επεξεργασία από το μέλος WAntilles : 27-07-10 στις 02:45. Αιτία: auto merged post
    Επιτέλους το ελάχιστο δυνατό, ευέλικτο, και ψηφιακό κράτος. Με διαρκή αξιολόγηση.

  13. #43
    Εγγραφή
    03-11-2005
    Μηνύματα
    267
    Downloads
    11
    Uploads
    0
    Τύπος
    PSTN
    Ταχύτητα
    8192/384
    ISP
    OTEnet
    DSLAM
    ΟΤΕ - ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
    Router
    FritzBoxFon 7050
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από WAntilles Εμφάνιση μηνυμάτων
    Γιατί;

    Ξέρεις να υπάρχει πραγματική δημοκρατία σε αυτή τη χώρα;

    Ξέρεις να λειτουργούν οι θεσμοί;

    Ξέρεις να εφαρμόζονται οι νόμοι;

    Ξέρεις να λειτουργεί η δικαιοσύνη;

    Ξέρεις να πήγε κάποιος σε δημόσιο αξίωμα φυλακή, είτε για διασπάθιση δημόσιου χρήματος είτε για χρηματισμό;
    Μη με ρωτάς τα αυτονόητα... Δεν μπορώ να διαφωνήσω.
    Εγώ μίλησα για συγκεκριμένο θέμα που το γνωρίζω λίγο παραπάνω.

    "Για να έχουμε και ένα μέτρο σύγκρισης" ο ΟΣΕ - και οποιοσδήποτε ΟΣΕ παγκοσμίως - είναι τουλάχιστο 100 φορές και ίσως και πολύ παραπάνω (δεν έχω πρόχειρα στατιστικά στοιχεία να σου δείξω) ασφαλέστερος από σένα.

    Επίσης ένας σωστός ΟΣΕ (με σωστές χαράξεις) είναι τουλάχιστο 2.5 φορές ταχύτερος από σένα.
    Αν είχα (που δεν έχω) ένα σωστό ΟΣΕ ίσως αυτά που λες να είχαν νόημα.
    Στη σημερινή κατάσταση του ΟΣΕ δεν έχουν.

    Επίσης αν ο ΟΣΕ ήταν 2.5 φορές ταχύτερος θα ήταν και 2.5 φορές (τουλάχιστον) ακριβότερος από το ΚΤΕΛ (όχι απο τις σημερινές τιμές του ΟΣΕ) όπως συμβαίνει σε οποιονδήποτε ΟΣΕ παγκοσμίως. Έτσι θα υπήρχε επιλογή και ο καθένας θα διάλεγε και θα πλήρωνε αυτό που του ταιριάζει.

  14. #44
    Εγγραφή
    18-09-2007
    Περιοχή
    Αθήνα
    Ηλικία
    43
    Μηνύματα
    4.558
    Downloads
    1
    Uploads
    0
    Τύπος
    VDSL2
    Ταχύτητα
    107.4 Mbps/10.7 Mbps
    ISP
    Vodafone
    Path Level
    Interleaved
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Σου έδωσα το νόμο. End of discussion....
    Ok ό,τι πεις.
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Αυτό είναι το σενάριο... Δεν έχει βγει στις αίθουσες ακόμη όμως η ταινία.....
    Είναι φανερό από τα λεγόμενα σου ότι όλα αυτά τα έχεις ακούσει ως φήμες ή μεμονωμένα περιστατικά. Εγώ δεν έχω υπόψη μου καμία τέτοια περίπτωση.
    Αν ήσουν σίγουρος δεν θα χρειαζόταν το pm για τα ονόματα.
    Αν ήξερες τι σημαίνει "εξίσωση συνθηκών εκμετάλευσης" δεν θα τις πίστευες αυτές τις φήμες.
    Και πάλι ό,τι πεις...σε μια διεφθαρμένη χώρα οι ιδιοκτήτες ΚΤΕΛ είναι το φωτεινό παράδειγμα και η εξαίρεση που δεν εκμεταλλεύονται καταστάσεις.
    Όσο αφορά στις αποδείξεις, πράγματι δεν έχω κάποια τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου.

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Κατάλαβα ποιον "φωτογραφίζεις". Αλλά και πάλι το κυρίως κέρδος το έχει ο πωλητής από την υπερτιμολόγηση
    Δεν είναι μόνο "αυτός" πλέον. Το ξεκίνησε και ακολούθησαν και οι υπόλοιποι.

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Μη έχοντας πάρει την επιδότηση από πέρισυ το Μάρτιο που έγινε η αντικατασταση και με τις επιταγές να τρέχουν δε γελάω καθόλου.
    Αυτό πράγματι ισχύει. Το κράτος έχει παύση πληρωμών. Κακώς γιατί δεν είναι όλοι κλέφτες και πολύς κόσμος βασίστηκε στην επιδότηση. Είτε ΚΤΕΛ είτε τουριστικοί.
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Μα όλες οι "απελευθερώσεις" γίνονται κατόπιν "υποδείξεων" της ΕΕ μέχρι τώρα.
    Έγινε και κρατικοδίοαιτο τώρα το μονοπώλιο; Μέχρι τώρα ήταν απλά υπο την "ανοχή του κράτους". Όλο και καλυτερεύει.....
    Παίζεις με τις λέξεις. Αν ένας κλάδος έχει ιδιαίτερη μεταχείριση από το κράτος με απευθείας χρηματοδοτήσεις και νομοθετημένο μονοπώλιο δεν είναι κρατικοδίαιτος αλλά έχει την ανοχή του κράτους.

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Για τα δάνεια μόνο κάτι Κρητικοί ήταν "μάγκες" και μπόρεσαν να τους χαριστούν δάνεια και μάλιστα από σοσιαλιστική κυβέρνηση. Όλα τα άλλα πληρώθηκαν μέχρι τελευταίας δεκάρας!
    Συνολικό ποσό επιδοτήσεων (μέσα τα λεωφορεία,περίπου 2500 αντικαταστάσεις, και οι σταθμοί που λες) 118 εκατομύρια € για όλη τη διαρκεια ζωής των ΚΤΕΛ (τα ποσά αφορούν τα έτη μετά το 2004 γιατί από τα μέσα της δεκαετίας του 60 που ξέρω εγώ μέχρι το 2004 δεν υπήρχε δραχμή επιδότηση). Όσο μπαίνει ο ΟΣΕ μέσα σε δυο-τρεις μήνες για να έχουμε και ένα μέτρο σύγκρισης..
    Το ΚΤΕΛ Κρήτης δεν είναι ΚΤΕΛ δηλαδή;

    Και δεν είναι επιχείρημα να αναφέρουμε τον ΟΣΕ σαν παράδειγμα για να κάνουμε άλλες διευκολύνσεις να φαίνονται μικρότερες.

    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από sivadws2 Εμφάνιση μηνυμάτων
    Η τελευταία φράση σου -δεν ξέρω γιατί- με έκανε να πιστέψω ότι έχεις σχέση με οδηγούς (προσοχή όχι ιδιοκτήτες) στα τουριστικά. Έχω καθόλου δίκιο;
    Έχω δουλέψει σε λογιστήριο εταιρείας με τουριστικά λεωφορεία (ή μάλλον το γραφείο που δούλευα του κράταγε τα βιβλία) ο οποίος έτυχε να έχει και συμμετοχή σε ένα ΚΤΕΛ.

    Και αυτό που λέω δεν ισχύει; Ό,τι το ΚΤΕΛ κάνει και τουριστικό έργο, πάλι με ανοχή του κράτους, ενώ δεν θα έπρεπε; Και για αυτό το λόγο είναι στα "μαχαίρια" με τους πουλματζήδες;

    Και για να μην παρεξηγηθώ...δεν θεωρώ ότι τα ΚΤΕΛ, οι φορτηγατζήδες και όποιο άλλο κλειστό επάγγελμα πρέπει να τιμωρηθούν κατά κάποιο τρόπο για ό,τι συνέβη στο παρελθόν και όποια αθέμιτα ωφέλη είχαν. Δεν είναι οι πρώτοι ούτε οι τελευταίοι που πέτυχαν ειδική μεταχείριση.
    Αλλά πλέον πρέπει να αποδεχτούν ότι αυτά έχουν τελειώσει και θα πρέπει να μπουν στον ανταγωνισμό.

    Ειδικά το ΚΤΕΛ που όπως σωστά λες έχει οργανωθεί αρκετά δεν θα έχει τόσο πρόβλημα. Άντε κάποιες γραμμές με πολύ κίνηση.

    Spoiler:
    Με τον κλάδο λίγες επαφές θέλω να έχω, κάκιστης ποιότητας επαγγελματίες , είτε ΚΤΕΛατζήδες είτε τουριστικοί.
    Χαίρομαι πάντως που βλέπω ανθρώπους σαν κι εσένα να ανήκουν στον κλάδο και να έχουν επαφή με νέες τεχνολογίες και να μπορούν να αρθρώσουν λόγο.


  15. #45
    Εγγραφή
    03-11-2005
    Μηνύματα
    267
    Downloads
    11
    Uploads
    0
    Τύπος
    PSTN
    Ταχύτητα
    8192/384
    ISP
    OTEnet
    DSLAM
    ΟΤΕ - ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
    Router
    FritzBoxFon 7050
    Παράθεση Αρχικό μήνυμα από Rebel Scum Εμφάνιση μηνυμάτων
    Ok ό,τι πεις.
    Και αυτό που λέω δεν ισχύει; Ό,τι το ΚΤΕΛ κάνει και τουριστικό έργο, πάλι με ανοχή του κράτους, ενώ δεν θα έπρεπε; Και για αυτό το λόγο είναι στα "μαχαίρια" με τους πουλματζήδες;
    Το πρόβλημα ξεκίνησε όταν το καθαρό τουριστικό έργο μειώθηκε.
    Έτσι και οι τουριστικοί άρχισαν να βλέπουν πάλι και κάποιο άλλο έργο που το είχαν παραμελημένο (και το απεφευγαν να πω την αλήθεια) π.χ. μονοήμερες σχολικές εκδρομές και το είχαν αφήσει στα ΚΤΕΛ (νόμιμα!!!). Όταν έρθει η φτώχια όλα σου φταίνε....

    Αλλά πλέον πρέπει να αποδεχτούν ότι αυτά έχουν τελειώσει και θα πρέπει να μπουν στον ανταγωνισμό.
    Αυτό είναι το πιο σωστό που είπες. Ανταγωνισμός και όποιος αντέξει...

    Ειδικά το ΚΤΕΛ που όπως σωστά λες έχει οργανωθεί αρκετά δεν θα έχει τόσο πρόβλημα. Άντε κάποιες γραμμές με πολύ κίνηση.
    Αν κάποιος έρθει να κάνει συγκοινωνία δεν θα πάρει μόνο τα φιλέτα... Υποχρεωτικά θα πάρει και κατιμά. Και θα είναι υποχρεωμένος να δημιουργήσει ότι έχει ήδη έτοιμο το ΚΤΕΛ. Δύσκολα τα πράγματα για όποιον έρθει.. Αν άλλαζαν και οι συμπεριφορές των ανθρώπων που δουλεύουν στα ΚΤΕΛ δεν θα είχαν να φοβηθούν τίποτα σε μια ελεύθερη αγορά.
    Spoiler:
    Με τον κλάδο λίγες επαφές θέλω να έχω, κάκιστης ποιότητας επαγγελματίες , είτε ΚΤΕΛατζήδες είτε τουριστικοί.
    Χαίρομαι πάντως που βλέπω ανθρώπους σαν κι εσένα να ανήκουν στον κλάδο και να έχουν επαφή με νέες τεχνολογίες και να μπορούν να αρθρώσουν λόγο.
    Spoiler:
    Το χειρότερο όλων είναι ότι και τα νέα παιδιά που μπαίνουν στο χώρο ακολουθούν τα πατήματα των παλαιότερων. Εγώ δεν ανήκω με την κλασική έννοια στο χώρο. Εντελώς άλλη είναι η δουλειά μου. Το λεωφορείο διατηρείται για συναισθηματικούς λόγους Για αυτό και τρελαίνομαι όταν ακούω κατηγορίες για τα ΚΤΕΛ

Σελ. 3 από 137 ΠρώτηΠρώτη 1234581323 ... ΤελευταίαΤελευταία

Παρόμοια Θέματα

  1. Κινητά τηλέφωνα: θα έχουν την κατάληξη των PC;
    Από peterthegreat στο φόρουμ Σταθερή & Κινητή Τηλεφωνία
    Μηνύματα: 1
    Τελευταίο Μήνυμα: 24-05-09, 17:54
  2. Μηνύματα: 8
    Τελευταίο Μήνυμα: 26-07-08, 12:09
  3. Μηνύματα: 0
    Τελευταίο Μήνυμα: 09-12-04, 05:33
  4. Κάποιοι υπάλληλοι του ΟΤΕ έχουν και... δεύτερη δουλειά;
    Από mrsaccess στο φόρουμ Πολιτική, Κοινωνικά Θέματα, Επιστήμες και Aθλητισμός
    Μηνύματα: 18
    Τελευταίο Μήνυμα: 31-08-04, 23:37

Tags για αυτό το Θέμα

Bookmarks

Bookmarks

Δικαιώματα - Επιλογές

  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύσετε νέα θέματα
  • Δεν μπορείτε να δημοσιεύσετε νέα μηνύματα
  • Δεν μπορείτε να αναρτήσετε συνημμένα
  • Δεν μπορείτε να επεξεργαστείτε τα μηνύματα σας
  •  
  • Τα BB code είναι σε λειτουργία
  • Τα Smilies είναι σε λειτουργία
  • Το [IMG] είναι σε λειτουργία
  • Το [VIDEO] είναι σε λειτουργία
  • Το HTML είναι εκτός λειτουργίας