Μολονότι η διαχείριση της τεχνικής υποδομής αποτελεί επί του παρόντος το κύριο σημείο τριβής, εντούτοις αποτελεί ένα μόνο και ίσως όχι το πιο σημαντικό από τα θέματα που αφορούν τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου.

Το ερώτημα «με ποιες διαδικασίες και υπό ποιο καθεστώς θα γίνει η διαχείριση του Διαδικτύου» αποτελεί το κύριο σημείο πολιτικής αντιπαράθεσης στο διάλογο για τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου.

ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ 30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
και για τέσσερις συνεχείς ημέρες θα διεξάγει τις εργασίες του στην Αθήνα υπό την αιγίδα του ΟΗΕ το πρώτο παγκόσμιο φόρουμ για τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου. Περισσότεροι από 1.200 εκπρόσωποι κρατών, της αγοράς και της κοινωνίας των πολιτών θα συναντηθούν σε γνωστό θέρετρο της Βουλιαγμένης, προκειμένου να ανταλλάξουν απόψεις και εμπειρίες και να συζητήσουν για το μέλλον του Διαδικτύου.

Το φόρουμ θα ανοίξει με ομιλία του ο πρωθυπουργός κ. Καραμανλής, ενώ τις εργασίες του θα προεδρεύει ο υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών κ. Λιάππης. Πρόσωπο κλειδί στην όλη διαδικασία και κύριος ρυθμιστής των συνομιλιών θα είναι ο ειδικός σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για θέματα της κοινωνίας της πληροφορίας κ. Νιτίν Ντεσάι.

Το πρώτο Φόρουμ για τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου αποτελεί ένα γεγονός παγκόσμιας ακτινοβολίας. Στην εποχή μας που χαρακτηρίζεται από την ανάδειξη της γνώσης και της πληροφορίας ως των κύριων οικονομικών αγαθών και από την εξάπλωση των ηλεκτρονικών δικτύων επικοινωνίας, ως των κυρίων οδών μεταφοράς των αγαθών αυτών, οι συζητήσεις που διεξάγονται στα πλαίσια του Φόρουμ αυτού έχουν άμεσες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες. Τη μεγάλη σπουδαιότητά του δείχνει και η κατά πολύ ανώτερη των προσδοκιών συμμετοχή. Με αντιπροσωπείες από περισσότερες από 80 χώρες, εκπροσώπους από τις μεγαλύτερες εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και τηλεπικοινωνιών και μεγάλο αριθμό εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών από όλες τις ηπείρους να κάθονται στο ίδιο τραπέζι και επί ίσοις όροις, οι εργασίες του Φόρουμ προβλέπεται να έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Μπορεί όμως το Διαδίκτυο να κυβερνηθεί; Και από ποιον; Κοινές πεποιθήσεις που έχουμε για οργανωτικές δομές και σχέσεις εξουσίας τίθενται υπό δοκιμασία και συνεχή αναθεώρηση, όταν πρόκειται για τη διακυβέρνηση ενός τόσο ιδιαίτερου μέσου με καθαρά αποκεντρωμένες λειτουργίες και ελάχιστα ιεραρχικές δομές. Το Διαδίκτυο, έχοντας αρχικά σχεδιαστεί για να ανθέξει πυρηνική επίθεση και έχοντας αναπτυχθεί υπό την προσεκτική, ελάχιστα παρεμβατική διαχείριση της ιντερνετικής κοινότητας, δεν υπακούει κατ' ανάγκη σε μοντέλα και δομές διακυβέρνησης που έχουμε συνηθίσει στην καθημερινή μας ζωή. Η ίδια η λέξη διακυβέρνηση, η οποία στην ελληνική γλώσσα υπονοεί σχέσεις εξουσίας ανάμεσα σε κυβερνήτες και κυβερνωμένους, δεν είναι ορθή στη χρήση της σε σχέση με το Διαδίκτυο. Παρ' όλα αυτά, το μοναδικό αυτό μέσο επικοινωνίας χρειάζεται κάποια διαχείριση για την απρόσκοπτη λειτουργία του, η οποία επικεντρώνεται στην τεχνική του υποδομή. Και το ερώτημα «με ποιες διαδικασίες και υπό ποιο καθεστώς θα γίνει αυτή η διαχείριση» αποτελεί το κύριο σημείο πολιτικής αντιπαράθεσης στο διάλογο για τη διακυβέρνηση του διαδικτύου.

Λόγω της μοναδικής φύσης του Διαδικτύου, η ιστορική εξέλιξη των μορφών διακυβέρνησής του και το είδος τους είναι επίσης μοναδικά. Όταν ακόμη το Διαδίκτυο βρισκόταν στη νεαρή του ηλικία, η τεχνική του διαχείριση γινόταν αποκλειστικά από την ιντερνετική κοινότητα με ανοιχτές, αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες και βασιζόταν αποκλειστικά σε σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων. Κατά τη δεκαετία του '90, όταν ο αριθμός των χρηστών παρουσίασε εκρηκτική αύξηση και από το ένα εκατομμύριο έφτασε στο ένα δισ. χρηστών, κατέστη σαφές ότι το μέχρι τότε καθεστώς έπρεπε να εκσυγχρονιστεί. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, που παραδοσιακά χρηματοδότησαν τη γέννηση και ανάπτυξη του νέου μέσου και που φιλοξενούν στο έδαφος τους το κυριότερο μέρος της τεχνικής του υποδομής, ίδρυσαν την ICANN, έναν μη - κυβερνητικό, μη - κερδοσκοπικό οργανισμό, και με ιδιωτικό συμβόλαιο παραχώρησαν σε αυτήν την εποπτεία του Διαδικτύου, διατηρώντας όμως τον τελικό λόγο στις πιο σημαντικές πολιτικά αποφάσεις. Η ICANN δεν υπήρξε ποτέ υπόδειγμα δημοκρατικών διαδικασιών, αποτελεί ωστόσο ένα μοναδικό πείραμα στα παγκόσμια χρονικά, που αποπειράται μέσα από συνεχείς προσαρμογές να συμπεριλάβει στα πεδία αποφάσεων και τους τρεις κόσμους που εμπλέκονται στη διακυβέρνηση του διαδικτύου, δηλαδή τον κόσμο των κρατών, τον κόσμο της αγοράς και αυτόν της κοινωνίας των πολιτών. Και κατά γενική ομολογία το μοντέλο αυτό έχει αποδειχτεί εξαιρετικά λειτουργικό και οικονομικά επιτυχημένο, αν κρίνει κανείς με βάση την αλματώδη ανάπτυξη του Διαδικτύου και τον κεντρικό ρόλο που παίζει πλέον για την παγκόσμια οικονομία.

Το καθεστώς αυτό με κάποιες παραλλαγές συνεχίζεται έως σήμερα. Στηρίζεται από τον κόσμο της αγοράς, που βασίζει στην ευελιξία του την απρόσκοπτη εξάπλωση και την οικονομική εκμετάλλευση του νέου μέσου. Στηρίζεται επίσης, παρ' όλες τις δριμείες κριτικές, από ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας των πολιτών και της ιντερνετικής και ακαδημαϊκής κοινότητας, που προσβλέπουν στην ICANN τη συνέχιση της πρακτικής της μη παρεμβατικότητας σε σχέση με βασικές αξίες του Διαδικτύου. Και οι δύο αυτοί φορείς διάκεινται εχθρικά σε κάθε είδους εμπλοκή κρατών ή διακρατικών οργανισμών στη διαχείριση της τεχνικής υποδομής του μέσου, υπό το φόβο ότι τυχόν πολιτικοποίηση των ζητημάτων θα οδηγήσει αφενός σε μείωση των ρυθμών ανάπτυξής του (άποψη φορέων της αγοράς) και αφετέρου σε αλλοίωση του ανοιχτού χαρακτήρα του (άποψη φορέων της κοινωνίας των πολιτών). Τέλος, το παρόν καθεστώς στηρίζεται φυσικά από τις ΗΠΑ αλλά σε γενικές γραμμές και από άλλες ισχυρές χώρες, όπως η Ιαπωνία και ο Καναδάς, που διατείνονται ότι αποτελεί προϊόν ιστορικής εξέλιξης, είναι εξαιρετικά λειτουργικό και κάθε μεταβολή του μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες.

Από την άλλη πλευρά, το υπάρχον καθεστώς εγείρει έντονες και εύλογες διαμαρτυρίες για τον ηγεμονικό ρόλο που δίνει στις ΗΠΑ, την ασυμβατότητά του με τις διεθνείς μορφές διακυβέρνησης και τη μικρή, μόνο σε συμβουλευτικό επίπεδο, συμμετοχή άλλων, πλην των ΗΠΑ, κρατών στα κέντρα αποφάσεων. Στις δύο Συνόδους Κορυφής του ΟΗΕ για την Κοινωνία της Πληροφορίας, στη Γενεύη (2003) και στην Τύνιδα (2005), οι αναπτυσσόμενες χώρες (G77), η Κίνα και σε μικρότερη έκταση η Ευρωπαϊκή Ένωση διατύπωσαν τις διαφωνίες τους για την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και αντιπρότειναν εναλλακτικά μοντέλα διακυβέρνησης, βασιζόμενα κυρίως στη διακρατική συνεργασία. Στο πολιτικό αδιέξοδο, που δημιουργήθηκε ανάμεσα σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς στη Σύνοδο της Τύνιδας, δόθηκε η σολομώντεια λύση της δημιουργίας του Παγκοσμίου Φόρουμ για τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου. Το μόνο αλλά ωστόσο εξαιρετικά σημαντικό σημείο, για το οποίο τελικά υπήρξε συναίνεση, ήταν η από κοινού συμμετοχή κρατών, του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας των πολιτών στη διακυβέρνηση του Διαδικτύου, απόφαση σχεδόν μοναδική σε διεθνές επίπεδο και καθοριστική για τα νέα μοντέλα διακυβέρνησης που αναδύονται και σε άλλους πέραν του Διαδικτύου τομείς στον 21ο αιώνα.

Μολονότι η διαχείριση της τεχνικής υποδομής αποτελεί επί του παρόντος το κύριο σημείο τριβής, εντούτοις αποτελεί ένα μόνο και ίσως όχι το πιο σημαντικό από τα θέματα που αφορούν τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου. Άλλα κεντρικά θέματα, που συζητήθηκαν διεξοδικά στις δύο Συνόδους Κορυφής και θα απασχολήσουν κατά κόρον και το Φόρουμ της Αθήνας, αφορούν κυρίως τη χρήση του διαδικτύου αυτή καθ' εαυτή και συγκεκριμένα την εξάπλωση της χρήσης του διαδικτύου κυρίως στον αναπτυσσόμενο κόσμο, το τηλεπικοινωνιακό κόστος ιδιαίτερα για τις φτωχές χώρες, την πνευματική ιδιοκτησία και την πρόσβαση στη γνώση και την πληροφορία, την ελευθερία ηλεκτρονικής έκφρασης, την προστασία της ιδιωτικότητας, την τεχνική δυνατότητα υποστήριξης πολυγλωσίας, την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου, την ασφάλεια των πληροφοριών, το ηλεκτρονικό έγκλημα κτλ. Σε αντίθεση με το σημαντικό αλλά επιφανειακό ζήτημα της διαχείρισης της τεχνικής υποδομής του Διαδικτύου, τα παραπάνω ζητήματα αφορούν την καρδιά του προβλήματος, δηλαδή το πώς μπορεί η γνώση και η πληροφορία να διακυβερνηθεί, ώστε να επιλύσει τα πιεστικά κοινωνικά προβλήματα της εποχής μας και να γίνει εφαλτήριο παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης. Οι τεχνολογικές δυνατότητες για τη διασπορά της συσσωρευμένης ανθρώπινης γνώσης σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους πλέον υπάρχει. Αυτό που λείπει είναι το πολιτικό και οικονομικό σύστημα που θα επιτρέψει κάτι τέτοιο. Λόγω της αδυναμίας λοιπόν να επιτύχει κλίμα γενικής συναίνεσης στο πρωταρχικό ζήτημα της τεχνικής διαχείρισης, η παγκόσμια κοινότητα αδυνατεί να χαράξει ουσιαστική πολιτική σε αυτά τα θέματα και να προχωρήσει από μια αποσπασματική προσπάθεια διακυβέρνησης των επιμέρους πτυχών του Διαδικτύου σε μια πιο ολιστική διακυβέρνηση της κοινωνίας της πληροφορίας στο σύνολό της στη βάση ενός δικαιοκρατικού, κοινώς αποδεκτού, συστήματος αξιών.

Για την ελληνική κοινωνία η διεξαγωγή του πρώτου Φόρουμ για τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου στην Ελλάδα αποτελεί ένα στοίχημα. Αφενός ως κίνητρο για να συμμετέχει με όλες της τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις σε αυτό το διάλογο και αφετέρου ως αφετηρία για να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις ευκαιρίες που ανοίγονται στην εποχή της πληροφορίας τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Οι περιστάσεις είναι παραπάνω από ώριμες, ώστε να χαραχτούν εκείνες οι στρατηγικές πολιτικές που θα περικόψουν το κόστος σύνδεσης και θα καταστήσουν την πρόσβαση στο διαδίκτυο δυνατή για όλο το ελληνικό κοινωνικό φάσμα, θα εκσυγχρονίσουν τον κρατικό μηχανισμό μέσα από τη χρησιμοποίηση των νέων τεχνολογιών και θα αναβαθμίσουν ουσιαστικά το εκπαιδευτικό σύστημα. Επίσης είναι καιρός για τα πιο δυναμικά κομμάτια του ιδιωτικού τομέα να προβούν σε στρατηγικές επενδύσεις στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας και των τηλεπικοινωνιών και να τεθούν στην πρωτοπορία στην περιοχή των Βαλκανίων, όπου το έδαφος είναι ακόμη σχετικά παρθένο για τέτοιου είδους κινήσεις. Ο διάλογος για το μέλλον του Διαδικτύου μόλις άρχισε και μας αφορά όλους. Και η συμμετοχή μας στο χτίσιμο μίας δίκαιης, συμμετοχικής και ευημερούσας κοινωνίας της πληροφορίας είναι και επιτακτική και αναγκαία.

* (Για περισσότερες πληροφορίες: http://www.intgovforum.org/ , http://www.igfgreece2006.gr/ , http://icann.org/ , http://www.itu.int/wsis/index.html )

Aρθρο του ΑΝΤΩΝΗ ΜΠΡΟΥΜΑ*

* Ο Αντώνης Μπρούμας είναι δικηγόρος με μεταπτυχιακές σπουδές στο δίκαιο της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών. Τα κύρια πεδία ενδιαφέροντός του αφορούν τομείς του δικαίου που σχετίζονται με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, την πνευματική και βιομηχανική ιδιοκτησία, το ηλεκτρονικό εμπόριο, το ηλεκτρονικό έγκλημα, την προστασία προσωπικών δεδομένων και γενικότερα τομείς δικαίου που άπτονται του Διαδικτύου. Ο κ. Μπρούμας ασχολείται ενεργά με τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Φόρουμ για τη διακυβέρνηση του Διαδικτύου.


Πηγή : Ναυτεμπορική